ταξίδες

From LSJ

Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld

Menander, Monostichoi, 209

Greek Monolingual

οι, Ν
βοτ. οικογένεια γυμνόσπερμων δικότυλων φυτών της τάξης ταξώδη με τυπικό γένος τον τάξο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. taxaceae < λατ. taxus «ήμερο έλατο» (βλ. και λ. τάξος)].