τῆτος

From LSJ

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τῆτος Medium diacritics: τῆτος Low diacritics: τήτος Capitals: ΤΗΤΟΣ
Transliteration A: tē̂tos Transliteration B: tētos Transliteration C: titos Beta Code: th=tos

English (LSJ)

εος, τό, = τήτη, only in Hsch. and Phot. (τήτει· σπάνει), unless we read in E.Fr.492, τήτει σοφῶν, for τι εἴ τι: cf. χῆτος.

German (Pape)

[Seite 1109] τό, = τήτη, VLL.

French (Bailly abrégé)

ion. -εος, att. -ους (τό) :
manque, privation, besoin.
Étymologie: DELG -.

Russian (Dvoretsky)

τῆτος: εος τό недостаток, отсутствие Eur.

Greek (Liddell-Scott)

τῆτος: -εος, τό, = τήτη, μόνον παρ’ Ἡσύχ. καὶ Φωτ. (τήτει· σπάνει), ἐκτὸς ἂν ἀναγνώσκωμεν ἐν Εὐρ. Ἀποσπ. 495, τήτει σοφῶν, ἀντὶ (οἵτινες) τι εἴ τι σοφῶν, πρβλ. χῆτος.

Greek Monolingual

-ους, και -εος, τὸ, Α
η τήτη..
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του τήτη, κατά τα σιγμόληκτα ουδ. σε -ος].