υδροχαριτώδη

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source

Greek Monolingual

και υδροχαρώδη, τα, Ν
βοτ. τάξη αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών που περιλαμβάνει την οικογένεια υδροχαριτίδες, φυτών υδρόβιων τών γλυκών και αλμυρών νερών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. hydrocharitales (< υδρο- + χάρις, -ιτος)].