χοήρης
Full diacritics: χοήρης | Medium diacritics: χοήρης | Low diacritics: χοήρης | Capitals: ΧΟΗΡΗΣ |
Transliteration A: choḗrēs | Transliteration B: choērēs | Transliteration C: choiris | Beta Code: xoh/rhs |
Contents
English (LSJ)
ες,
A fitted for the Pitcher-feast at Athens (v. χοῦς A. 111), ἄγγος E.IT960.
German (Pape)
[Seite 1361] ες, gen. εος, mit Trankopfern oder Todtenopfern versehen, ἄγγος, ein Todtenopfer enthaltend, Eur. I. T. 960.
Greek (Liddell-Scott)
χοήρης: -ες, χρησιμεύων εἰς τὴν ἑορτὴν τῶν χοῶν ἐν Ἀθήναις (ἴδε χοῦς Α. ΙΙ), χοῆρες ἄγγος Εὐρ. Ι. Τ. 960.
French (Bailly abrégé)
ης, ες :
qui sert aux libations funéraires.
Étymologie: χοή.
Greek Monolingual
-ῆρες, Α
αυτός που ήταν σε χρήση κατά την εορτή τών χοών η οποία γινόταν στην Αθήνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόος / χοῦς (Ι) + κατάλ. -ήρης (Ι), πρβλ. φρεν-ήρης.
- Αναζήτηση σε: Google | Τριανταφυλλίδη | Βικιπαίδεια | Βικιλεξικό | slang.gr | Κάτο
Greek Monotonic
χοήρης: -ες (ἀραρίσκω), αυτός που χρησιμοποιείται για τη γιορτή των χοών στην Αθήνα (βλ. χοῦς Α. II), σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
χοήρης: емкостью в один хой: χοῆρες ἄγγος Eur. кувшин, употребляемый во время праздника Χόες.
Middle Liddell
χο-ήρης, ες ἀραρίσκω
fitted for the Pitcher-feast at Athens (v. χοῦς A. II), Eur.