χραῦσις
Full diacritics: χραῦσις | Medium diacritics: χραῦσις | Low diacritics: χραύσις | Capitals: ΧΡΑΥΣΙΣ |
Transliteration A: chraûsis | Transliteration B: chrausis | Transliteration C: chraysis | Beta Code: xrau=sis |
English (LSJ)
εως, ἡ,
A anchor with one hook, grapnel, Hsch.
German (Pape)
[Seite 1368] ἡ, ein Anker mit einem Haken, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
χραῦσις: -εως, ἡ, ἄγκυρα ἔν μόνον ἄγκιστρον ἔχουσα, «ἄγκυρα μονόβολος» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
-αύσεως, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) άγκυρα με ένα μόνον άγκιστρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Από μορφολογική άποψη, η λ. θα μπορούσε να θεωρηθεί παρ. του ρ. χραύω, η σύνδεση, όμως, αυτή παραμένει δυσερμήνευτη από σημασιολογική άποψη].
- Αναζήτηση σε: Google | Τριανταφυλλίδη | Βικιπαίδεια | Βικιλεξικό | slang.gr | Κάτο