ἐρυτήρ

From LSJ

πολιόν τε δάκρυον ἐκβάλλω → let fall the tear from my old eyes, let fall an old man's tear

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐρῠτήρ Medium diacritics: ἐρυτήρ Low diacritics: ερυτήρ Capitals: ΕΡΥΤΗΡ
Transliteration A: erytḗr Transliteration B: erytēr Transliteration C: erytir Beta Code: e)ruth/r

English (LSJ)

ἐρυτῆρος, ὁ, that which draws up, ἐ. φάρυγγος, of a strip of papyrus used to induce vomiting, Nic.Al.363.

Greek (Liddell-Scott)

ἐρῠτήρ: ῆρος, ὁ, ὁ ἐξελκύων ἢ σῴζων ἀπό τινος, κακῶν ἐρυτῆρα Νικ. Ἀλεξιφ. 363.

Greek Monolingual

ἐρυτήρ, -ῆρος ὁ (Α)
ερύω
αντικείμενο που τραβάει κάτι προς τα πάνω ή προς τα έξω («ἐρυτῆρα φάρυγγος» — λεπτό τεμάχιο παπύρου που τοποθετείται στον φάρυγγα για πρόκληση εμετού, Νίκ.).