ἑώϊος
Full diacritics: ἑώϊος | Medium diacritics: ἑώϊος | Low diacritics: εώϊος | Capitals: ΕΩΪΟΣ |
Transliteration A: heṓïos | Transliteration B: heōios | Transliteration C: eoios | Beta Code: e(w/i+os |
Contents
English (LSJ)
ον, also α, ον, poet. for ἑῷος, epith. of Apollo, A.R.2.686, 700. 2 eastern, ἄκρη D.P.111.
German (Pape)
[Seite 1133] p. = ἑῷος, Nonn. D. 13, 80; so heißt Ap. Rh. 2, 686. 700 Apollo, vgl. Schol. zu demselben 2, 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἑώϊος: -ον, ὡσαύτως α, ον, ποιητ. ἀντὶ ἑῷος, ἑωθινός, ὡς ἐπίθετον τοῦ Ἀπόλλωνος, εἰ δ’ ἄγε δὴ νῆσον μὲν Ἑωΐου Ἀπόλλωνος τήνδ’ ἱερὴν κλείωμεν Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 686, ἐπικλείοντες Ἑώϊον Ἀπόλλωνα αὐτόθι 700· ὡσαύτως, ἀνατολικός, ἐπ’ ἀνατολίην Σαλμωνίδος ἄχρι καρήνου, ἣν Κρήτης ἐνέπουσιν ἑώϊον ἔμμεναι ἄκρην Διον. Περ. 111.
Greek Monolingual
ἑώϊος, -ον, θηλ. και ἑωΐα (Α) [έως ΙΙ]
(ποιητ. τ. του εώος)
1. (ως επίθ. του Απόλλωνα) εώος
2. ανατολικός.
- Αναζήτηση σε: Google | Τριανταφυλλίδη | Βικιπαίδεια | Βικιλεξικό | slang.gr | Κάτο
Russian (Dvoretsky)
ἑώϊος: Anth. = ἑῷος.