Anonymous

κακοδαιμονικός: Difference between revisions

From LSJ
18
(6_11)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κᾰκοδαιμονικός''': -ή, -όν, ὁ ἐπιφέρων [[ἀτύχημα]], δυστυχίαν, Διογ. Λ. 7. 104, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 9. 176.
|lstext='''κᾰκοδαιμονικός''': -ή, -όν, ὁ ἐπιφέρων [[ἀτύχημα]], δυστυχίαν, Διογ. Λ. 7. 104, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 9. 176.
}}
{{grml
|mltxt=[[κακοδαιμονικός]], -ή, -όν (Α) [[κακοδαίμων]]<br />αυτός που προξενεί [[κακοδαιμονία]].
}}
}}