Anonymous

κατάσπευσις: Difference between revisions

From LSJ
19
(6_8)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάσπευσις''': -εως, ἡ, [[σπουδή]], [[ἐπιτάχυνσις]], [[ἔπειξις]] καὶ [[ταραχή]], Θεόδοτ. Π. Δ.
|lstext='''κατάσπευσις''': -εως, ἡ, [[σπουδή]], [[ἐπιτάχυνσις]], [[ἔπειξις]] καὶ [[ταραχή]], Θεόδοτ. Π. Δ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατάσπευσις]], ἡ (Α) [[κατασπεύδω]]<br />[[επιτάχυνση]].
}}
}}