Anonymous

ἑτεροκρανία: Difference between revisions

From LSJ
14
(6_9)
(14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑτεροκρᾱνία''': ἡ, [[πόνος]] κατὰ τὸ ἥμισυ τῆς κεφαλῆς (πρβλ. [[ἡμικρανία]]), Ἀρχιγέν. παρὰ Γαλ. τ. 3 σ. 263· [[ὡσαύτως]] ἑτερκράνιον, τό, Γαλην. τ. 14 σ. 400, 13· ἐπίθ. ἑτεροκρανικός, ή, όν, ὑποκείμενος εἰς ἑτεροκρανίαν, Ἄντυλλ. ἐν Matthaei Med. 309. - Ἴδε Κόντου Φιλολογ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 24.
|lstext='''ἑτεροκρᾱνία''': ἡ, [[πόνος]] κατὰ τὸ ἥμισυ τῆς κεφαλῆς (πρβλ. [[ἡμικρανία]]), Ἀρχιγέν. παρὰ Γαλ. τ. 3 σ. 263· [[ὡσαύτως]] ἑτερκράνιον, τό, Γαλην. τ. 14 σ. 400, 13· ἐπίθ. ἑτεροκρανικός, ή, όν, ὑποκείμενος εἰς ἑτεροκρανίαν, Ἄντυλλ. ἐν Matthaei Med. 309. - Ἴδε Κόντου Φιλολογ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 24.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἑτεροκρανία]], ἡ (Α)<br />η [[ημικρανία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ετερο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[κρανία]] (<span style="color: red;"><</span> [[κρανίον]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ημι</i>-[[κρανία]].
}}
}}