Anonymous

καταπληγία: Difference between revisions

From LSJ
19
(6_9)
(19)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταπληγία''': ἡ, [[φόβος]] [[πολύς]], [[ὑπερβολικός]], [[Πολυδ]]. Γ΄, 137· διάφ. γραφ. [[καταπλαγία]].
|lstext='''καταπληγία''': ἡ, [[φόβος]] [[πολύς]], [[ὑπερβολικός]], [[Πολυδ]]. Γ΄, 137· διάφ. γραφ. [[καταπλαγία]].
}}
{{grml
|mltxt=[[καταπληγία]], ἡ (Α) [[καταπληγής]]<br />[[καταπλαγία]], [[υπερβολικός]] [[φόβος]], [[πανικός]].
}}
}}