Anonymous

κλεψύδρα: Difference between revisions

From LSJ
20
(Bailly1_3)
(20)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />clepsydre, <i>horloge à eau pour marquer le temps accordé aux orateurs</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κλέπτω]], [[ὕδωρ]].
|btext=ας (ἡ) :<br />clepsydre, <i>horloge à eau pour marquer le temps accordé aux orateurs</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κλέπτω]], [[ὕδωρ]].
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[κλεψύδρα]], ιων. τ. κλεψύδρη)<br />στενόστομο [[αγγείο]] που περιείχε [[νερό]], με [[βάση]] πλατιά και γεμάτη μικρές οπές από όπου έσταζαν [[αργά]] οι σταγόνες ώσπου να εξαντληθεί [[τελείως]] το [[νερό]] και το οποίο χρησιμοποιούνταν για τη [[μέτρηση]] του χρόνου, [[ιδίως]] [[κατά]] τις αγορεύσεις ρητόρων στα δικαστήρια («πρὸς κλεψύδρας ἄν ἠγωνίζοντο», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο περιορισμένος [[χρόνος]], η [[πίεση]] του χρόνου που αναγκάζει τον ομιλητή να [[είναι]] [[σύντομος]] και να περατώσει την [[ομιλία]] του [[μέσα]] στα όρια που του έχουν ταχθεί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>Κλεψύδρα</i><br />α) [[ονομασία]] πηγής στην Ακρόπολη της Αθήνας της οποίας το [[νερό]] [[άλλοτε]] πλημμύριζε και [[άλλοτε]] στέρευε<br />β) [[ονομασία]] πηγής στην [[κορυφή]] της Ιθώμης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. [[κλεψ]]- του [[κλέπτω]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[κλέψ]]-<i>αι</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>υδρ</i>- (<span style="color: red;"><</span> [[ὕδωρ]] με μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του καταληκτικού επιθήματος, <b>[[πρβλ]].</b> <i>άν</i>-<i>υδρ</i>-<i>ος</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>α</i>].
}}
}}