Anonymous

μεταγίγνομαι: Difference between revisions

From LSJ
24
(6_20)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταγίγνομαι''': παρὰ μεταγεν. -[[γίνομαι]] [ῑ]· - [[γίνομαι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]], ἴδε ἐν λ. [[μεταπαυσωλή]]. 2) μεταφέρομαι, ἀπάγομαι [[μακράν]], Ἑβδ. (Β΄ Μακαβ. 2. 1).
|lstext='''μεταγίγνομαι''': παρὰ μεταγεν. -[[γίνομαι]] [ῑ]· - [[γίνομαι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]], ἴδε ἐν λ. [[μεταπαυσωλή]]. 2) μεταφέρομαι, ἀπάγομαι [[μακράν]], Ἑβδ. (Β΄ Μακαβ. 2. 1).
}}
{{grml
|mltxt=[[μεταγίγνομαι]] (ΑM)<br /><b>βλ.</b> [[μεταγίνομαι]].
}}
}}