Anonymous

πολύβωτος: Difference between revisions

From LSJ
33
(6_18)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύβωτος''': -ον, παρὰ Κρατίνῳ ἐν «Σεριφίοις» 6, πιθανῶς ἐκ τοῦ [[βόσκω]], ὁ πολλοὺς βόσκων, τρέφων, [[εὔφορος]], εἰρωνικῶς ὡς ἐπίθ. τῆς νήσου Σερίφου, πολύβωτον ποντίαν Σέριφον
|lstext='''πολύβωτος''': -ον, παρὰ Κρατίνῳ ἐν «Σεριφίοις» 6, πιθανῶς ἐκ τοῦ [[βόσκω]], ὁ πολλοὺς βόσκων, τρέφων, [[εὔφορος]], εἰρωνικῶς ὡς ἐπίθ. τῆς νήσου Σερίφου, πολύβωτον ποντίαν Σέριφον
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που τρέφει πολλούς<br /><b>2.</b> [[εύφορος]]<br /><b>3.</b> <b>ειρων.</b> [[επίθετο]] της νήσου Σερίφου, [[επειδή]] [[είναι]] άγονη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[πολύβοτος]]. Η [[τροπή]] του -<i>ο</i>- σε -<i>ω</i>- οφείλεται σε μετρ. λόγους].
}}
}}