Anonymous

πυρροκόραξ: Difference between revisions

From LSJ
35
(Bailly1_4)
(35)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ακος (ὁ) :<br />corbeau à bec rouge, <i>oiseau</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πυρρός]], [[κόραξ]].
|btext=ακος (ὁ) :<br />corbeau à bec rouge, <i>oiseau</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πυρρός]], [[κόραξ]].
}}
{{grml
|mltxt=-ακος, ο, ΝΑ<br /><b>ζωολ.</b> [[πτηνό]] που σύμφωνα με τη σύγχρονη [[ταξινόμηση]] εκπροσωπεί [[γένος]] στρουθιόμορφων πτηνών της οικογένειας corvidae, γνωστών με την [[κοινή]] [[σήμερα]] [[ονομασία]] [[καλοιακούδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πυρρός]] «[[ερυθρός]], [[κοκκινωπός]]» <span style="color: red;">+</span> [[κόραξ]].
}}
}}