Anonymous

στιώδης: Difference between revisions

From LSJ
38
(6_7)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στῑώδης''': -ες, (στῑον) [[πετρώδης]], [[σκληρός]], Λατιν. scru?osus, Γαλην. Λεξ. Ἱππ.
|lstext='''στῑώδης''': -ες, (στῑον) [[πετρώδης]], [[σκληρός]], Λατιν. scru?osus, Γαλην. Λεξ. Ἱππ.
}}
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[στία]] / <i>στῑον</i>]<br />[[πετρώδης]], [[σκληρός]].
}}
}}