Anonymous

τραχηλιάζω: Difference between revisions

From LSJ
41
(6_3)
 
(41)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''τραχηλιάζω''': [[τραχηλιάω]], ἔναντί τινος τραχηλιάζειν Ἰσίδ. Πηλουσ. 1. 368.
|lstext='''τραχηλιάζω''': [[τραχηλιάω]], ἔναντί τινος τραχηλιάζειν Ἰσίδ. Πηλουσ. 1. 368.
}}
{{grml
|mltxt=Μ [[τράχηλος]]<br />τραχηλιῶ.
}}
}}