Anonymous

σωρείτης: Difference between revisions

From LSJ
40
(Bailly1_5)
(40)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου;<br /><i>adj.</i><br />mis en monceau, formé par accumulation : [[σωρείτης]] [[συλλογισμός]] sorite, <i>genre de raisonnement fondé sur une accumulation de prémisses</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σωρεύω]].
|btext=ου;<br /><i>adj.</i><br />mis en monceau, formé par accumulation : [[σωρείτης]] [[συλλογισμός]] sorite, <i>genre de raisonnement fondé sur une accumulation de prémisses</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σωρεύω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ, και [[σωρίτης]] Α<br /><b>(λογ.)</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] σύνθετου συλλογισμού ο [[οποίος]] μπορεί να αναλυθεί σε τόσους [[απλούς]] συλλογισμούς όσες [[είναι]] και οι προτάσεις, [[εκτός]] από την πρώτη και την τελευταία<br /><b>2.</b> το [[επιχείρημα]] του σωρού, [[κατά]] το οποίο εξακολουθούμε να αποκαλούμε σωρό ένα σημαντικό αριθμό σπόρων, όταν αφαιρούμε διαδοχικά σπόρους απ' αυτόν, [[αλλά]] [[είναι]] αδύνατο να πούμε [[πότε]] παύει να [[είναι]] [[σωρός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(μετεωρ.)</b> [[κύριος]] [[τύπος]] νεφών, ο [[οποίος]] αναπτύσσεται, γενικά, [[κατά]] την κατακόρυφη [[διεύθυνση]] έχοντας τη [[μορφή]] θόλων πλαισιωμένων με στρογγυλές προεξοχές σε [[σχήμα]] πύργων ή λόφων, ενώ η ανώτερη επιφάνειά του θυμίζει [[κουνουπίδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σωρός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>στνλ</i>-[[ίτης]]). Ο τ. <i>σωρ</i>-<i>είτης κατ</i>' [[επίδραση]] τών [[σωρεία]], [[σωρεύω]]].
}}
}}