Anonymous

ἀθυρόστομος: Difference between revisions

From LSJ
2
(big3_2)
(2)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(ἀθῠρόστομος) -ον<br />[[que no cierra la boca]], [[que no calla]]del eco, S.<i>Ph</i>.188, de pers. τῆς ἀρετῆς οὐδέποτε νικωμένης τοῖς τῶν ἀθυροστόμων ψόγοις Pall.<i>V.Chrys</i>.19.186.
|dgtxt=(ἀθῠρόστομος) -ον<br />[[que no cierra la boca]], [[que no calla]]del eco, S.<i>Ph</i>.188, de pers. τῆς ἀρετῆς οὐδέποτε νικωμένης τοῖς τῶν ἀθυροστόμων ψόγοις Pall.<i>V.Chrys</i>.19.186.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀθῠρόστομος:''' -ον ([[θύρα]], [[στόμα]]) = [[ἀθυρόγλωττος]], αυτός που πολυλογεί, που φλυαρεί αδιάκοπα, σε Σοφ.
}}
}}