Anonymous

ἁλιστός: Difference between revisions

From LSJ
2
(2)
(2)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁλιστός]], -ή, -όν (AM) [[ἁλίζω]] ΙΙ]<br />αυτός που διατηρείται [[μέσα]] σε [[άλμη]], [[αλατιστός]], [[αλίπαστος]].
|mltxt=[[ἁλιστός]], -ή, -όν (AM) [[ἁλίζω]] ΙΙ]<br />αυτός που διατηρείται [[μέσα]] σε [[άλμη]], [[αλατιστός]], [[αλίπαστος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁλιστός:''' [ᾰ], -ή, -όν ([[ἁλίζω]]), αλατισμένος, παστωμένος, σε Ανθ.
}}
}}