Anonymous

ἀμελία: Difference between revisions

From LSJ
2
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[αναμελιά]] και ανεμελιά<br />[[έλλειψη]] φροντίδας ή προσοχής, [[αμέλεια]], [[νωθρότητα]], [[τεμπελιά]]<br />ο χαρακτηριζόμενος από [[αμελιά]], αμελιάρης και ανα-, ανεμελιάρης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επίθ. [[άμελος]]<br />ο τ. [[αναμελιά]] <span style="color: red;"><</span> [[ανάμελος]], ο δε τ. <i>ανεμελιά</i> <span style="color: red;"><</span> [[ανέμελος]], παράλλ. τ. του επιθ. [[άμελος]]].
|mltxt=και [[αναμελιά]] και ανεμελιά<br />[[έλλειψη]] φροντίδας ή προσοχής, [[αμέλεια]], [[νωθρότητα]], [[τεμπελιά]]<br />ο χαρακτηριζόμενος από [[αμελιά]], αμελιάρης και ανα-, ανεμελιάρης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επίθ. [[άμελος]]<br />ο τ. [[αναμελιά]] <span style="color: red;"><</span> [[ανάμελος]], ο δε τ. <i>ανεμελιά</i> <span style="color: red;"><</span> [[ανέμελος]], παράλλ. τ. του επιθ. [[άμελος]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀμελία:''' ἡ, ποιητ. αντί [[ἀμέλεια]], σε Ευρ.
}}
}}