Anonymous

ἀναμφίλεκτος: Difference between revisions

From LSJ
2
(3)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀναμφίλεκτος]], -ον) [[ἀμφίλεκτος]]<br />αυτός, για τον οποίο δεν υπάρχουν αμφιλογίες, διαφωνίες, [[αναμφίβολος]], [[αδιαφιλονίκητος]], [[αναντίρρητος]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀναμφίλεκτος]], -ον) [[ἀμφίλεκτος]]<br />αυτός, για τον οποίο δεν υπάρχουν αμφιλογίες, διαφωνίες, [[αναμφίβολος]], [[αδιαφιλονίκητος]], [[αναντίρρητος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀναμφίλεκτος:''' -ον, = το επόμ., σε Λουκ.
}}
}}