Anonymous

ὠφέλησις: Difference between revisions

From LSJ
6
(47c)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[ὠφελῶ]]<br /><b>1.</b> [[βοήθεια]], [[υποστήριξη]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[ωφέλεια]], [[κέρδος]].
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[ὠφελῶ]]<br /><b>1.</b> [[βοήθεια]], [[υποστήριξη]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[ωφέλεια]], [[κέρδος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὠφέλησις:''' -εως, ἡ, [[βοήθεια]], [[επικουρία]]· όπως το [[ὠφέλεια]], [[κέρδος]], όφελος, [[βοήθεια]], [[πλεονέκτημα]], σε Σοφ.
}}
}}