3,273,724
edits
(41) |
(6) |
||
Line 33: | Line 33: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-οιάδε, -όνδε, ιων. τ. θηλ. και τοιήδε, Α<br />(δεικτ. αντων.) (επιτ. τ. του <i>τοῑος</i>)<br /><b>1.</b> [[τέτοιος]] δα, [[τέτοιος]] όπως... («ἀοιδοῡ τοιοῡδ' [[οἷος]] ὅδ' ἐστί», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[συχνά]] με επιτ. σημ.) τόσο [[μεγάλος]], τόσο [[έξοχος]] ή τόσο [[κακός]] (α. «[[τοιόσδε]] [[τοσόσδε]] τε [[λαός]]», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «oὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (σε [[συνεκφορά]] με την αντων. <i>τις</i>) [[τέτοιος]] [[περίπου]] («[[ἴσος]] δὲ αἰεὶ ῥέει ἔν τε θέρει καὶ ἐν χειμῶνι... κατα τοιόνδε τι», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> ([[συχνά]] στους Αττ.) δεικτικό τών αντων. [[οἷος]] και <i>ὅς</i>, [[καθώς]] και του συνδ. ὡς<br /><b>5.</b> (το ουδ. με ἀρθρ. ως ουσ.) <i>τo τοιόδε</i><br />τα [[εξής]] [[περίπου]]<br /><b>6.</b> (το ουδ. [[χωρίς]] άρθρ. στον πληθ. ως ουσ.) <i>τοιάδε</i><br />(σχετικά με [[διήγηση]]) τα προηγούμενα («ἔλεγε...τοιάδε», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «κατὰ τοιόνδε» [[κατά]] τέτοιο τρόπο (<b>Ηρόδ.</b>)<br />β) «ἐν τῷ τοιῷδε» — σε τέτοιες περιστάσεις (<b>Ηρόδ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>τοιῶσδε</i> ΜΑ<br />[[κατά]] τέτοιο ακριβώς τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τοῖος]], <i>τοία</i>, <i>τοῖον</i> <span style="color: red;">+</span> εγκλιτικό [[μόριο]] <i>δέ</i> (<b>βλ. λ.</b> <i>δε</i> [Ι]), [[κατά]] το <i>ὅδε</i>]. | |mltxt=-οιάδε, -όνδε, ιων. τ. θηλ. και τοιήδε, Α<br />(δεικτ. αντων.) (επιτ. τ. του <i>τοῑος</i>)<br /><b>1.</b> [[τέτοιος]] δα, [[τέτοιος]] όπως... («ἀοιδοῡ τοιοῡδ' [[οἷος]] ὅδ' ἐστί», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[συχνά]] με επιτ. σημ.) τόσο [[μεγάλος]], τόσο [[έξοχος]] ή τόσο [[κακός]] (α. «[[τοιόσδε]] [[τοσόσδε]] τε [[λαός]]», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «oὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (σε [[συνεκφορά]] με την αντων. <i>τις</i>) [[τέτοιος]] [[περίπου]] («[[ἴσος]] δὲ αἰεὶ ῥέει ἔν τε θέρει καὶ ἐν χειμῶνι... κατα τοιόνδε τι», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> ([[συχνά]] στους Αττ.) δεικτικό τών αντων. [[οἷος]] και <i>ὅς</i>, [[καθώς]] και του συνδ. ὡς<br /><b>5.</b> (το ουδ. με ἀρθρ. ως ουσ.) <i>τo τοιόδε</i><br />τα [[εξής]] [[περίπου]]<br /><b>6.</b> (το ουδ. [[χωρίς]] άρθρ. στον πληθ. ως ουσ.) <i>τοιάδε</i><br />(σχετικά με [[διήγηση]]) τα προηγούμενα («ἔλεγε...τοιάδε», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «κατὰ τοιόνδε» [[κατά]] τέτοιο τρόπο (<b>Ηρόδ.</b>)<br />β) «ἐν τῷ τοιῷδε» — σε τέτοιες περιστάσεις (<b>Ηρόδ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>τοιῶσδε</i> ΜΑ<br />[[κατά]] τέτοιο ακριβώς τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τοῖος]], <i>τοία</i>, <i>τοῖον</i> <span style="color: red;">+</span> εγκλιτικό [[μόριο]] <i>δέ</i> (<b>βλ. λ.</b> <i>δε</i> [Ι]), [[κατά]] το <i>ὅδε</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τοιόσδε:''' -άδε (Ιων. -ήδε), -όνδε, επιτετ. [[τύπος]] του [[τοῖος]], όπως ἀοιδοῦ τοιοῦδ' [[οἷος]] ὅδ' [[ἐστί]], τέτοιου ραψωδού όπως είναι αυτός εδώ, σε Ομήρ. Οδ.· απόλ., ἀλλ' ὅδ' ἐγὼ [[τοιόσδε]], να, εγώ είμαι [[τέτοιος]] όπως με βλέπεις, στο ίδ.· επίσης, τόσο [[μεγάλος]], τόσο [[έξοχος]], τόσο [[κακός]], τοιάδε [[λαίφη]], τέτοια ενδύματα, δηλ. τόσο άσχημα, στο ίδ.· [[τοσόσδε]] καὶτοιόσδε, σε Ηρόδ.· επίσης με προσδιοριστική [[λέξη]], <i>τοιόσδ' ἠμὲνδέμας ἠδὲ καὶ ἔργα</i>, σε Ομήρ. Οδ.· με το [[άρθρο]], ὁ [[τοιόσδε]] [[ἀνήρ]], σε Αισχύλ. κ.λπ.· <i>οἱ τοιοίδε</i>, σε Σοφ.· <i>ἐν τῷ τοιῷδε</i>, σε τέτοιες περιστάσεις, σε Ηρόδ.· η [[σημασία]] καθίσταται περισσότερο αόριστη στο [[τοιόσδε]] τις, [[τέτοιος]] [[περίπου]], σε Θουκ.· ουδ. πληθ., <i>τοιάδε</i> σημαίνει, τα [[εξής]], ενώ το <i>τοιαῦτα</i>, τα προηγούμενα, σε Ηρόδ. | |||
}} | }} |