3,274,306
edits
(14) |
(4) |
||
Line 33: | Line 33: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (AM [[Ἑρμῆς]] και επικ. τ. Ἑρμείας και Ἑρμείης)<br /><b>1.</b> ο [[γιος]] του [[Διός]] και της Μαίας, [[αγγελιαφόρος]] τών θεών, και [[ιδίως]] του Δία, και [[ψυχοπομπός]]<br /><b>2.</b> μεταγενέστερα και [[θεός]] του εμπορίου και τών γραμμάτων («[[κερδῷος]], [[λόγιος]] [[Ἑρμῆς]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>παροιμ.</b> α) «Ἑρμῆν [[ἕλκω]]» — [[πίνω]] το τελευταίο [[ποτήρι]], που πινόταν [[προς]] τιμήν του Ερμή<br />[[επομένως]] [[καταβάλλω]] την έσχατη [[προσπάθεια]]<br />β) «[[κοινός]] [[Ἑρμῆς]]» — κοινό το [[εύρημα]], μισά-μισά<br />γ) «[[Ἑρμῆς]] ἐπεισελήλυθε» — λεγόταν όταν έπαυε [[ξαφνικά]] η [[συζήτηση]], ανάλογο [[προς]] το νεοελλ. «[[μουγγός]] γεννιέται» <br />δ) «τὸ τοῡ Ἑρμοῡ ραβδίον» — για [[καθετί]] που φέρνει [[τύχη]], πλούτο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ὁ τοῡ Ἑρμοῡ [[ἀστήρ]]» — ο [[πλανήτης]] [[Ερμής]]<br />β) «Ἑρμοῡ [[βοτάνιον]]» ή «Ἑρμοῡ πόα» — το [[φυτό]] [[λινόζωστις]]<br />γ) «Ἑρμοῡ ἠμέρα» — η τετάρτη [[μέρα]] της εβδομάδας<br /><b>3.</b> [[πίτα]] που είχε το [[σχήμα]] κηρυκείου του Ερμή<br /><b>4.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>αἱ ἑρμαῑ</i><br />τετράγωνες λίθινες στήλες που η [[κορυφή]] τους κατέληγε σε [[προτομή]] του Ερμή και χρησιμοποιούνταν ως οδοδείκτες. | |mltxt=ο (AM [[Ἑρμῆς]] και επικ. τ. Ἑρμείας και Ἑρμείης)<br /><b>1.</b> ο [[γιος]] του [[Διός]] και της Μαίας, [[αγγελιαφόρος]] τών θεών, και [[ιδίως]] του Δία, και [[ψυχοπομπός]]<br /><b>2.</b> μεταγενέστερα και [[θεός]] του εμπορίου και τών γραμμάτων («[[κερδῷος]], [[λόγιος]] [[Ἑρμῆς]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>παροιμ.</b> α) «Ἑρμῆν [[ἕλκω]]» — [[πίνω]] το τελευταίο [[ποτήρι]], που πινόταν [[προς]] τιμήν του Ερμή<br />[[επομένως]] [[καταβάλλω]] την έσχατη [[προσπάθεια]]<br />β) «[[κοινός]] [[Ἑρμῆς]]» — κοινό το [[εύρημα]], μισά-μισά<br />γ) «[[Ἑρμῆς]] ἐπεισελήλυθε» — λεγόταν όταν έπαυε [[ξαφνικά]] η [[συζήτηση]], ανάλογο [[προς]] το νεοελλ. «[[μουγγός]] γεννιέται» <br />δ) «τὸ τοῡ Ἑρμοῡ ραβδίον» — για [[καθετί]] που φέρνει [[τύχη]], πλούτο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ὁ τοῡ Ἑρμοῡ [[ἀστήρ]]» — ο [[πλανήτης]] [[Ερμής]]<br />β) «Ἑρμοῡ [[βοτάνιον]]» ή «Ἑρμοῡ πόα» — το [[φυτό]] [[λινόζωστις]]<br />γ) «Ἑρμοῡ ἠμέρα» — η τετάρτη [[μέρα]] της εβδομάδας<br /><b>3.</b> [[πίτα]] που είχε το [[σχήμα]] κηρυκείου του Ερμή<br /><b>4.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>αἱ ἑρμαῑ</i><br />τετράγωνες λίθινες στήλες που η [[κορυφή]] τους κατέληγε σε [[προτομή]] του Ερμή και χρησιμοποιούνταν ως οδοδείκτες. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Ἑρμῆς:''' -οῦ, ὁ, αιτ. <i>Ἑρμῆν</i>, δοτ. <i>Ἑρμῇ</i>, κλητ. [[Ἑρμῆ]]· Επικ. γεν. [[Ἑρμέω]], <i>Ἑρμείω</i>· ο [[Ερμής]], Λατ. [[Mercurius]], [[γιος]] της Μαίας και του [[Δία]]· [[αγγελιαφόρος]] των θεών ([[διάκτορος]])· αυτός που δίνει [[καλή]] [[τύχη]], χαρίζει [[ευτυχία]] ([[ἐριούνιος]], [[ἀκάκητα]])· [[θεός]] όλων των απόκρυφων πράξεων, πανουργίας και τεχνασμάτων ([[δόλιος]])· αυτός που κρατά [[χρυσή]] ράβδο ([[χρυσόρραπις]])· [[οδηγός]] των ψυχών των [[νεκρών]] ([[ψυχοπομπός]], [[πομπαῖος]])· [[προστάτης]] όλων των τεχνών, του εμπορίου, των αγορών, των [[οδών]] ([[ἀγοραῖος]], [[ἐμπολαῖος]], [[ὅδιος]], [[ἐνόδιος]]), και των κηρύκων. Η [[προτομή]] του, η οποία στηριζόταν πάνω σε τετράγωνη [[στήλη]], χρησίμευε στην [[επισήμανση]] των συνόρων· παροιμ., κοινὸς [[Ἑρμῆς]], αμοιβαίες διεκδικήσεις σε [[κοινή]] [[τύχη]], μισά-μισά σε [[περίπτωση]] ευρήματος, σε Θεόφρ.· πρβλ. [[ἕρμαιον]]. | |||
}} | }} |