Anonymous

ἡρωϊκός: Difference between revisions

From LSJ
4
(Bailly1_2)
(4)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />héroïque, de héros.<br />'''Étymologie:''' [[ἥρως]].
|btext=ή, όν :<br />héroïque, de héros.<br />'''Étymologie:''' [[ἥρως]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἡρωϊκός:''' -ή, -όν ([[ἥρως]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που αναφέρεται στον ήρωα, ο [[σχετικός]] με τον ήρωα, ο ηρωϊκός, σε Πλάτ. κ.λπ.·<br /><b class="num">II.</b> στη [[μετρική]], ἡρωϊκὸς [[στίχος]], ο [[ηρωικός]] [[στίχος]], [[δακτυλικός]] [[εξάμετρος]], στον ίδ.
}}
}}