3,277,226
edits
(2) |
(1) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀγορᾱνομικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον <i>ἀγορανόμον</i> ή στο αξίωμά του, σε Πλάτ.· ως μεταφραστική [[απόδοση]] του Λατ. [[aedilicius]], σε Πλούτ. | |lsmtext='''ἀγορᾱνομικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον <i>ἀγορανόμον</i> ή στο αξίωμά του, σε Πλάτ.· ως μεταφραστική [[απόδοση]] του Λατ. [[aedilicius]], σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀγορᾱνομικός:''' 3<br /><b class="num">1)</b> агораномовский ([[ἄττα]] Plat.; [[νόμιμα]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> (лат. [[aedilicius]]) эдильский (в Риме) ([[ἀρχαιρέσια]] Plut.). | |||
}} | }} |