Anonymous

ἀλύσσω: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀλύσσω:''' ([[ἀλύω]]), είμαι στεναχωρημένος, είμαι [[θλιμμένος]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀλύσσω:''' ([[ἀλύω]]), είμαι στεναχωρημένος, είμαι [[θλιμμένος]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀλύσσω:''' Hom. = [[ἀλύω]].
}}
}}