Anonymous

φρύγανον: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φρύγᾰνον:''' [ῡ], τό ([[φρύγω]]), [[κυρίως]] στον πληθ., ξερά φρύγανα, ξύλα για [[φωτιά]], Λατ. sarmenta, σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.· ο ενικ. μόνο με περιληπτική [[σημασία]], = <i>τὰ φρύγανα</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''φρύγᾰνον:''' [ῡ], τό ([[φρύγω]]), [[κυρίως]] στον πληθ., ξερά φρύγανα, ξύλα για [[φωτιά]], Λατ. sarmenta, σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.· ο ενικ. μόνο με περιληπτική [[σημασία]], = <i>τὰ φρύγανα</i>, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''φρύγᾰνον:''' (ῡ) τό преимущ. pl. хворост Her., Thuc. etc.
}}
}}