Anonymous

προαναβάλλομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προαναβάλλομαι:''' αόρ. βʹ <i>-εβᾰλόμην</i>, Μέσ., μιλάω ή [[τραγουδώ]] εν είδει προανακρούσματος, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''προαναβάλλομαι:''' αόρ. βʹ <i>-εβᾰλόμην</i>, Μέσ., μιλάω ή [[τραγουδώ]] εν είδει προανακρούσματος, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''προᾰνᾰβάλλομαι:''' говорить или петь в виде вступления ([[ὥσπερ]] χορὸς πρὸ ἀγῶνος Isocr.): ἅττ᾽ ᾄσεται, προαναβάληται Arph. он репетирует то, что собирается петь.
}}
}}