Anonymous

ἐνταῦθα: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐνταῦθα:''' Ιων. [[ἐνθαῦτα]], επίρρ. ([[ἔνθα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]], εδώ, [[εκεί]], Λατ. [[hic]], [[illic]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>ἐνταῦθά που</i>, εδώ [[κάπου]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[ἐνταυθοῖ]], με [[σημασία]] της κίνησης προς [[τόπο]], [[εκεί]], προς τα [[εκεί]], Λατ. [[huc]], [[illuc]], σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.<br /><b class="num">3.</b> με γεν., <i>ἐντ. τῆς ἠπείρου</i>, σε Θουκ.· <i>ἔντ. τῆς πολιτείας</i>, σε αυτό το [[κομμάτι]] της διακυβέρνησης, σε Δημ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για χρόνο, [[εκείνη]] τη [[στιγμή]] ακριβώς, [[τότε]], σε Αισχύλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> με γεν., <i>ἐντ. ἡλικίας</i>, Λατ. ad [[hoc]] aetatis, σε Πλάτ.<br /><b class="num">III.</b> λέγεται για [[ακολουθία]], Λατ. [[deinde]], [[αμέσως]] [[μετά]], [[έπειτα]], συνεπεία [[αυτού]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">IV.</b> γενικά, εδώ μέσα, σε αυτό το [[σημείο]], σε Σοφ., Πλάτ. κ.λπ.· στην παρούσα [[κατάσταση]] των πραγμάτων, σε αυτή τη [[θέση]], σε Δημ.
|lsmtext='''ἐνταῦθα:''' Ιων. [[ἐνθαῦτα]], επίρρ. ([[ἔνθα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]], εδώ, [[εκεί]], Λατ. [[hic]], [[illic]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>ἐνταῦθά που</i>, εδώ [[κάπου]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[ἐνταυθοῖ]], με [[σημασία]] της κίνησης προς [[τόπο]], [[εκεί]], προς τα [[εκεί]], Λατ. [[huc]], [[illuc]], σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.<br /><b class="num">3.</b> με γεν., <i>ἐντ. τῆς ἠπείρου</i>, σε Θουκ.· <i>ἔντ. τῆς πολιτείας</i>, σε αυτό το [[κομμάτι]] της διακυβέρνησης, σε Δημ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για χρόνο, [[εκείνη]] τη [[στιγμή]] ακριβώς, [[τότε]], σε Αισχύλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> με γεν., <i>ἐντ. ἡλικίας</i>, Λατ. ad [[hoc]] aetatis, σε Πλάτ.<br /><b class="num">III.</b> λέγεται για [[ακολουθία]], Λατ. [[deinde]], [[αμέσως]] [[μετά]], [[έπειτα]], συνεπεία [[αυτού]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">IV.</b> γενικά, εδώ μέσα, σε αυτό το [[σημείο]], σε Σοφ., Πλάτ. κ.λπ.· στην παρούσα [[κατάσταση]] των πραγμάτων, σε αυτή τη [[θέση]], σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐνταῦθα:''' adv.<br /><b class="num">1)</b> здесь, тут (именно): ἐ. που Arph. где-то здесь; ἐ. τῆς ἠπείρου Thuc. в этом месте материка; τὸ и τὰ ἐ., тж. [[τἀνταῦθα]] Arst. здешние дела или вещи, филос. мир чувственных вещей; τί [[οὖν]] ἐγὼ ἐ. ἠδίκησα; Xen. чем же я тут провинился?; ἐ. [[διαφέρω]] τῶν πολλῶν Plat. в этом отношении я отличаюсь от многих;<br /><b class="num">2)</b> (тж. [[μέχρι]] ἐ. Xen., Plat.) сюда, до этого места или в это место (τρέψαι Hom.; πέμψειν Soph.): [[ἐπειδὴ]] ἐ. ἀναβεβήκαμεν или γεγόναμεν τοῦ λόγου Plat. поскольку мы дошли в своем рассуждении до этого;<br /><b class="num">3)</b> в (э)то время, тогда: [[ἐπεὶ]] …, ἐ. Xen. когда …, тогда; ὅσοι ἐ. [[ἦλθον]] ἡλικίας Plat. достигшие такого возраста.
}}
}}