Anonymous

ἀπεῖδον: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπεῖδον:''' απαρ. <i>-ῐδεῖν</i>, αόρ. βʹ [[χωρίς]] ενεστ. σε [[χρήση]], αντί του οποίου χρησιμοποιείται το [[ἀφοράω]]· [[στρέφω]] [[αλλού]] το [[βλέμμα]] μου, [[αποστρέφω]] το [[βλέμμα]] μου από [[κάτι]], [[περιφρονώ]]· και ομοίως, [[απλώς]], [[κοιτάζω]], [[στρέφω]] το [[βλέμμα]] μου, <i>ἔς</i> ή [[πρός]] τι, σε Θουκ.
|lsmtext='''ἀπεῖδον:''' απαρ. <i>-ῐδεῖν</i>, αόρ. βʹ [[χωρίς]] ενεστ. σε [[χρήση]], αντί του οποίου χρησιμοποιείται το [[ἀφοράω]]· [[στρέφω]] [[αλλού]] το [[βλέμμα]] μου, [[αποστρέφω]] το [[βλέμμα]] μου από [[κάτι]], [[περιφρονώ]]· και ομοίως, [[απλώς]], [[κοιτάζω]], [[στρέφω]] το [[βλέμμα]] μου, <i>ἔς</i> ή [[πρός]] τι, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπεῖδον:''' aor. 2 к [[ἀφοράω]].
}}
}}