Anonymous

δρομάω: Difference between revisions

From LSJ
1b
(4)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δρομάω:''' θαμιστικό του <i>δρᾰμεῖν</i>, [[τρέχω]], μόνο σε παρακ. <i>δεδρόμηκα</i>, Αιολ. <i>-ᾱκα</i>, σε [[Σαπφώ]], Βάβρ.
|lsmtext='''δρομάω:''' θαμιστικό του <i>δρᾰμεῖν</i>, [[τρέχω]], μόνο σε παρακ. <i>δεδρόμηκα</i>, Αιολ. <i>-ᾱκα</i>, σε [[Σαπφώ]], Βάβρ.
}}
{{elru
|elrutext='''δρομάω:''' (только 3 л. sing. aor. iter. [[δρομάασκε]] и pf. δεδρόμηκα) бежать Hes., Babr.
}}
}}