Anonymous

κατέπεφνον: Difference between revisions

From LSJ
2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατέπεφνον:''' αόρ. βʹ με ενεστ. σε [[αχρηστία]] (βλ. *[[φένω]]), [[σκοτώνω]], [[φονεύω]], σε Όμηρ., Σοφ.
|lsmtext='''κατέπεφνον:''' αόρ. βʹ με ενεστ. σε [[αχρηστία]] (βλ. *[[φένω]]), [[σκοτώνω]], [[φονεύω]], σε Όμηρ., Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''κατέπεφνον:''' aor. 2 ind. к [[καταπεφνεῖν]].
}}
}}