Anonymous

κορβᾶν: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κορβᾶν:''' (άκλ.), εβραϊκή [[λέξη]], [[δώρο]] ή [[ανάθημα]] που προσφέρεται στην [[υπηρεσία]] του θεού, σε Καινή Διαθήκη· απ' όπου, [[κορβανᾶς]], <i>ὁ</i>, το [[θησαυροφυλάκιο]] στο Ναό της Ιερουσαλήμ, στον ίδ.
|lsmtext='''κορβᾶν:''' (άκλ.), εβραϊκή [[λέξη]], [[δώρο]] ή [[ανάθημα]] που προσφέρεται στην [[υπηρεσία]] του θεού, σε Καινή Διαθήκη· απ' όπου, [[κορβανᾶς]], <i>ὁ</i>, το [[θησαυροφυλάκιο]] στο Ναό της Ιερουσαλήμ, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''κορβᾶν:''' ὁ indecl. и [[κορβανᾶς]], ᾶ ὁ (евр.) корбан<br /><b class="num">1)</b> священное приношение в храм NT;<br /><b class="num">2)</b> храмовая сокровищница NT.
}}
}}