Anonymous

μορμύρος: Difference between revisions

From LSJ
3
(25)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και μόρμυρος, ο (Α [[μορμύρος]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] ισοσπόνδυλων τελεόστεων ιχθύων της οικογένειας τών μορμυριδών<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] θαλάσσιου ψαριού, η σημερινή [[μουρμούρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. προέρχεται από το ρ. [[μορμύρω]] «[[μουρμουρίζω]], [[παφλάζω]]», λόγω του θορύβου που κάνει το [[ψάρι]] [[κατά]] την [[κίνηση]] του. Κατ' άλλους, πρόκειται για μεσογειακή λ. Τη λ. δανείστηκε η λατ. με τη [[μορφή]] <i>murmillo</i> «[[ξιφομάχος]] με γαλατικό [[κράνος]] στην [[κορυφή]] του οποίου υπάρχει [[ψάρι]]»].
|mltxt=και μόρμυρος, ο (Α [[μορμύρος]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] ισοσπόνδυλων τελεόστεων ιχθύων της οικογένειας τών μορμυριδών<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] θαλάσσιου ψαριού, η σημερινή [[μουρμούρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. προέρχεται από το ρ. [[μορμύρω]] «[[μουρμουρίζω]], [[παφλάζω]]», λόγω του θορύβου που κάνει το [[ψάρι]] [[κατά]] την [[κίνηση]] του. Κατ' άλλους, πρόκειται για μεσογειακή λ. Τη λ. δανείστηκε η λατ. με τη [[μορφή]] <i>murmillo</i> «[[ξιφομάχος]] με γαλατικό [[κράνος]] στην [[κορυφή]] του οποίου υπάρχει [[ψάρι]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''μορμύρος:''' (ῠ) ὁ рыба мормир (Pagellus mormo) Arst., Anth.
}}
}}