Anonymous

πικρόγλωσσος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πικρόγλωσσος:''' -ον, αυτός που έχει αιχμηρή ή πικρή [[γλώσσα]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''πικρόγλωσσος:''' -ον, αυτός που έχει αιχμηρή ή πικρή [[γλώσσα]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''πικρόγλωσσος:''' полный горьких слов, горький ([[ἀραί]] Aesch.).
}}
}}