Anonymous

συνακόλουθος: Difference between revisions

From LSJ
4
(39)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[συνακόλουθος]], -ον, ΝΜΑ [[ἀκόλουθος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[επακόλουθος]], παρεπόμενος, αυτός που ακολουθεί [[κατά]] [[λογική]] [[αναγκαιότητα]]<br /><b>2.</b> [[συνεπής]], [[σύμφωνος]] [[προς]] τον εαυτό του<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το συνακόλουθο</i><br />το [[ακολούθημα]], το επακόλουθο, η [[συνέπεια]] («η [[στάση]] του [[είναι]] συνακόλουθο τών αντιλήψεών του»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει στη [[συνοδεία]] κάποιου.
|mltxt=-η, -ο / [[συνακόλουθος]], -ον, ΝΜΑ [[ἀκόλουθος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[επακόλουθος]], παρεπόμενος, αυτός που ακολουθεί [[κατά]] [[λογική]] [[αναγκαιότητα]]<br /><b>2.</b> [[συνεπής]], [[σύμφωνος]] [[προς]] τον εαυτό του<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το συνακόλουθο</i><br />το [[ακολούθημα]], το επακόλουθο, η [[συνέπεια]] («η [[στάση]] του [[είναι]] συνακόλουθο τών αντιλήψεών του»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει στη [[συνοδεία]] κάποιου.
}}
{{elru
|elrutext='''συνᾰκόλουθος:''' сопутствующий Arst.
}}
}}