Anonymous

ετεροφωνία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
(14)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἑτεροφωνία]])<br />η [[διαφορά]] τόνου, ήχου, φωνής<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να μιλά [[κάποιος]] διαφορετική [[γλώσσα]], η [[αλλοφωνία]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> ανώμαλη [[φωνή]], [[παθολογικός]] [[φωνητικός]] [[διχασμός]] μερικών ατόμων που εκφέρουν [[φωνή]] συγχρόνως σε δύο τόνους<br /><b>3.</b> <b>μουσ.</b> [[αυτοσχεδιαστικός]] [[τύπος]] πολυφωνίας που συνίσταται στην ταυτόχρονη [[χρήση]] [[ελαφρά]] τροποποιημένων παραλλαγών της ίδιας μελωδίας από δύο ή περισσότερους εκτελεστές, π.χ. έναν τραγουδιστή και έναν οργανοπαίκτη<br /><b>αρχ.</b><br />[[τίτλος]] έργου του Θεοφράστου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>heterophony</i> <span style="color: red;"><</span> <i>hetero</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ετερο</i>-) <span style="color: red;">+</span> -<i>phony</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[φωνή]])].
|mltxt=η (Α [[ἑτεροφωνία]])<br />η [[διαφορά]] τόνου, ήχου, φωνής<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να μιλά [[κάποιος]] διαφορετική [[γλώσσα]], η [[αλλοφωνία]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> ανώμαλη [[φωνή]], [[παθολογικός]] [[φωνητικός]] [[διχασμός]] μερικών ατόμων που εκφέρουν [[φωνή]] συγχρόνως σε δύο τόνους<br /><b>3.</b> <b>μουσ.</b> [[αυτοσχεδιαστικός]] [[τύπος]] πολυφωνίας που συνίσταται στην ταυτόχρονη [[χρήση]] [[ελαφρά]] τροποποιημένων παραλλαγών της ίδιας μελωδίας από δύο ή περισσότερους εκτελεστές, π.χ. έναν τραγουδιστή και έναν οργανοπαίκτη<br /><b>αρχ.</b><br />[[τίτλος]] έργου του Θεοφράστου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>heterophony</i> <span style="color: red;"><</span> <i>hetero</i>- ([[πρβλ]]. <i>ετερο</i>-) <span style="color: red;">+</span> -<i>phony</i> ([[πρβλ]]. [[φωνή]])].
}}
}}