3,274,921
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. , ") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (ΑΜ [[ἱστίον]])<br />(υποκορ. του [[ιστός]]) το [[πανί]] που δένεται [[κατάλληλα]] στο [[κατάρτι]] πλοίου ώστε να δέχεται τον άνεμο και να τον μετατρέπει σε κινητήρια [[δύναμη]] του σκάφους, [[πανί]] του καραβιού, [[άρμενο]]<br /><b>αρχ.</b><br />ύφασμα, [[κάλυμμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἱστός]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ίον</i> ([[πρβλ]]. | |mltxt=το (ΑΜ [[ἱστίον]])<br />(υποκορ. του [[ιστός]]) το [[πανί]] που δένεται [[κατάλληλα]] στο [[κατάρτι]] πλοίου ώστε να δέχεται τον άνεμο και να τον μετατρέπει σε κινητήρια [[δύναμη]] του σκάφους, [[πανί]] του καραβιού, [[άρμενο]]<br /><b>αρχ.</b><br />ύφασμα, [[κάλυμμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἱστός]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ίον</i> ([[πρβλ]]. [[θηκίον]], [[τεκνίον]]). Βλ. κ. [[ιστός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> [[ιστιοδρομώ]], [[ιστιορράφος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ιστιοκώπη]], [[ιστιόκωπος]], [[ιστιοπετής]], [[ιστιοποιούμαι]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[ιστιοφόρος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ιστιοδέτης]], [[ιστιοδρομία]], [[ιστιοθέτηση]], [[ιστιοθετώ]], [[ιστιοθήκη]], [[ιστιοκεραία]], [[ιστιοκύτταρο]], <i>ιστιόπανο</i>, [[ιστιοπλοΐα]], [[ιστιοπλόος]], [[ιστιοπλοώ]], <i>ιστιοποιείο</i>, <i>ιστιοποιία</i>, [[ιστιοποιός]], [[ιστιόρραμμα]], [[ιστιορραφίδα]], [[ιστιορραφώ]], [[ιστιόστιγμα]], [[ιστιοτευθίς]], [[ιστιούχος]], [[ιστιοφορία]]]. | ||
}} | }} |