Anonymous

κατεύχομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) (\([\p{Cyrillic}\s]+\)) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3, $4, $5")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1399.png Seite 1399]] anwünschen, Gelübde, Gebete gegen Einen aussprechen; οἵας γ' ἀρᾶται καὶ κατεύχεται τύχας Aesch. Spt. 615; [[κατεύχομαι]] δὲ τὸν δεδρακότα κακὸν κακῶς ἐκτρῖψαι βίον Soph. O. R. 246; τῶν Ἀχαιῶν frg. 894; Plat. Rep. III, 393 a; Eur. I. T. 536; in Prosa, Plat. Legg. XI, 934 e; πολλὰ καὶ δεινὰ κατ' αὐτῶν Plut. Num. 12. – Uebh. beten, wünschen, erflehen; absolut, Aesch. Ag. 1223 Soph. Tr. 761 Her. 2, 40; mit folgdm acc. c. inf., Aesch. Eum. 882 Soph. O. C. 1571; τοῖς Πέρσῃσι κατεύχεται εὖ [[γενέσθαι]] Her. 1, 132; τί, Soph. Ai. 385; κατ. σοὶ τἀγαθόν Eur. I. A. 1186; – geloben, κατεύχονται τῇ θεῷ ἀπάξειν αὐτῇ τακτὰς ἑταίρας Ath. XIII, 573 e; – τινί, Einen anflehen, zu Einem flehen, Aesch. Ch. 86. 137. – Auch = großprahlen, sich rühmen, wie das simplex, Theocr. 1, 97.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1399.png Seite 1399]] anwünschen, Gelübde, Gebete gegen Einen aussprechen; οἵας γ' ἀρᾶται καὶ κατεύχεται τύχας Aesch. Spt. 615; [[κατεύχομαι]] δὲ τὸν δεδρακότα κακὸν κακῶς ἐκτρῖψαι βίον Soph. O. R. 246; τῶν Ἀχαιῶν frg. 894; Plat. Rep. III, 393 a; Eur. I. T. 536; in Prosa, Plat. Legg. XI, 934 e; πολλὰ καὶ δεινὰ κατ' αὐτῶν Plut. Num. 12. – Uebh. beten, wünschen, erflehen; absolut, Aesch. Ag. 1223 Soph. Tr. 761 Her. 2, 40; mit folgdm acc. c. inf., Aesch. Eum. 882 Soph. O. C. 1571; τοῖς Πέρσῃσι κατεύχεται εὖ [[γενέσθαι]] Her. 1, 132; τί, Soph. Ai. 385; κατ. σοὶ τἀγαθόν Eur. I. A. 1186; – geloben, κατεύχονται τῇ θεῷ ἀπάξειν αὐτῇ τακτὰς ἑταίρας Ath. XIII, 573 e; – τινί, Einen anflehen, zu Einem flehen, Aesch. Ch. 86. 137. – Auch = großprahlen, sich rühmen, wie das simplex, Theocr. 1, 97.
}}
{{bailly
|btext=faire des vœux pour <i>ou</i> contre :<br /><b>1</b> <i>en b. part</i> faire un souhait : τινι faire, un souhait, une prière en faveur de qqn ; τινι [[τἀγαθόν]] EUR souhaiter du bonheur à qqn;<br /><b>2</b> <i>en mauv. part</i> faire des imprécations : πολλὰ καὶ δεινὰ [[κατά]] τινος PLUT faire contre qqn toutes sortes d'imprécations terribles ; [[τι]] souhaiter (de mourir) après s'être vengé ; avec une prop. inf. souhaiter par des imprécations que….<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[εὔχομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατεύχομαι''': μέλλ. -εύξομαι· ἀποθ.·- [[προσεύχομαι]] ἐνθέρμως, μετ’ ἀπαρ., τοῖσι Πέρσῃσιν κατεύχεται εὖ γενέσθαι Ἡρόδ. 1. 132· οὕτω, κατ. σοὶ τἀγαθὸν (δηλ. γενέσθαι) Εὐρ. Ι. Α. 1186. 2) μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., Αἰσχύλ. Χο. 138, Εὐμ. 922, Σοφ. Ο. Κ. 1574· κ. τινι, [[προσεύχομαι]] εἴς τινα, Αἰσχύλ. Χο. 88, Εὐρ. Ἀνδρ. 1104· κ. τῇ θεῷ ἀπάξειν Ἀθήν. 573Ε. 3) ἀπολ., [[κάμνω]] προσευχὴν ἢ εὐχήν, Ἡρόδ. 2. 40., 4. 70, 172, Αἰσχύλ., Ἀγ. 1250, Σοφ. κτλ. ΙΙ. ἐπὶ κακῆς σημασίας, Ι. μετὰ γεν. προσ., [[εὔχομαι]] κατά τινος, [[προσεύχομαι]] [[ἐναντίον]] τινός, [[ἐπιφέρω]] κατάρας, Λατ. imprecari, Σοφ. Ἀποσπ. 894, Πλάτ. Πολ. 393Α· μετ’ αἰτ. πράγ., οἵας τύχας Αἰσχύλ. Θήβ. 633, πρβλ. Σοφ. Αἴ. 362, Εὐρ. Ι.Τ. 536· πολλὰ καὶ δεινὰ κατά τινος Πλουτ. Νουμ. 12. 2) μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., τὸν δεδρακότα κακῶς… ἐκτρῖψαι βίον Σοφ. Ο. Τ. 246· κ. τῖσαι τοὺς Ἀχαιοὺς τὰ ἃ δάκρυα Πλάτ. Πολ. 394Α. 3) ἀπολ., Εὐρ. Ι. Τ. 536, Πλάτ. Νόμ. 934Ε. ΙΙ. καυχῶμαι μετ’ ἀπαρ. (ὡς τὸ ἁπλοῦν [[εὔχομαι]] παρ’ Ὁμ.), Θεόκρ. 1. 97.
|lstext='''κατεύχομαι''': μέλλ. -εύξομαι· ἀποθ.·- [[προσεύχομαι]] ἐνθέρμως, μετ’ ἀπαρ., τοῖσι Πέρσῃσιν κατεύχεται εὖ γενέσθαι Ἡρόδ. 1. 132· οὕτω, κατ. σοὶ τἀγαθὸν (δηλ. γενέσθαι) Εὐρ. Ι. Α. 1186. 2) μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., Αἰσχύλ. Χο. 138, Εὐμ. 922, Σοφ. Ο. Κ. 1574· κ. τινι, [[προσεύχομαι]] εἴς τινα, Αἰσχύλ. Χο. 88, Εὐρ. Ἀνδρ. 1104· κ. τῇ θεῷ ἀπάξειν Ἀθήν. 573Ε. 3) ἀπολ., [[κάμνω]] προσευχὴν ἢ εὐχήν, Ἡρόδ. 2. 40., 4. 70, 172, Αἰσχύλ., Ἀγ. 1250, Σοφ. κτλ. ΙΙ. ἐπὶ κακῆς σημασίας, Ι. μετὰ γεν. προσ., [[εὔχομαι]] κατά τινος, [[προσεύχομαι]] [[ἐναντίον]] τινός, [[ἐπιφέρω]] κατάρας, Λατ. imprecari, Σοφ. Ἀποσπ. 894, Πλάτ. Πολ. 393Α· μετ’ αἰτ. πράγ., οἵας τύχας Αἰσχύλ. Θήβ. 633, πρβλ. Σοφ. Αἴ. 362, Εὐρ. Ι.Τ. 536· πολλὰ καὶ δεινὰ κατά τινος Πλουτ. Νουμ. 12. 2) μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., τὸν δεδρακότα κακῶς… ἐκτρῖψαι βίον Σοφ. Ο. Τ. 246· κ. τῖσαι τοὺς Ἀχαιοὺς τὰ ἃ δάκρυα Πλάτ. Πολ. 394Α. 3) ἀπολ., Εὐρ. Ι. Τ. 536, Πλάτ. Νόμ. 934Ε. ΙΙ. καυχῶμαι μετ’ ἀπαρ. (ὡς τὸ ἁπλοῦν [[εὔχομαι]] παρ’ Ὁμ.), Θεόκρ. 1. 97.
}}
{{bailly
|btext=faire des vœux pour <i>ou</i> contre :<br /><b>1</b> <i>en b. part</i> faire un souhait : τινι faire, un souhait, une prière en faveur de qqn ; τινι [[τἀγαθόν]] EUR souhaiter du bonheur à qqn;<br /><b>2</b> <i>en mauv. part</i> faire des imprécations : πολλὰ καὶ δεινὰ [[κατά]] τινος PLUT faire contre qqn toutes sortes d'imprécations terribles ; [[τι]] souhaiter (de mourir) après s'être vengé ; avec une prop. inf. souhaiter par des imprécations que….<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[εὔχομαι]].
}}
}}
{{grml
{{grml