Anonymous

προεῖδον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - " ’" to "’")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] inf. προιδεῖν, aor. zu [[προοράω]], w. m. s. – Dazu perf. [[πρόοιδα]], inf. προειδέναι, ich weiß vorher; προειδώς, Her. 9, 141; προειδόσι τὰ πράγματα, Plat. Crat. 433 e; τὸν θάνατον, Gorg. 533 d, u. sonst, wie Folgde; προειδὼς τὸ μέλλον, Pol. 5, 13, 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] inf. προιδεῖν, aor. zu [[προοράω]], w. m. s. – Dazu perf. [[πρόοιδα]], inf. προειδέναι, ich weiß vorher; προειδώς, Her. 9, 141; προειδόσι τὰ πράγματα, Plat. Crat. 433 e; τὸν θάνατον, Gorg. 533 d, u. sonst, wie Folgde; προειδὼς τὸ μέλλον, Pol. 5, 13, 5.
}}
{{bailly
|btext=v. [[προοράω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προεῖδον''': ἀόρ. [[ἄνευ]] ἐνεστῶτος ἐν χρήσει, ἀνθ’ οὗ παραλαμβάνεται τὸ [[προοράω]]· μετοχ. προϊδών, ἀπαρέμφ. προϊδεῖν, πρβλ. [[πρόοιδα]]. Ρίπτω [[βλέμμα]] μακρὰν ἐμπρός, ὀξὺ [[μάλα]] προϊδὼν Ὀδ. Ε. 393· [[βλέπω]] πρότερον, «παίρνει τι τὸ’μάτι μου», μὴ πώς με προϊδών… ἀλέηται Δ. 396· ὅτε προΐδωσιν ἰόντα κίρκον Ἰλ. Ρ. 756, πρβλ. Σ. 527, Ἡρόδ. 3. 14· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, προϊδέσθαι Ὀδ. Ν. 155, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 386 (κ. ἀλλ. προσιδ-). 2) ἐπὶ χρόνου, [[προβλέπω]], προοιωνίζομαι, κακότητος ἀνάγκας Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 7. 140· ἐσσόμενον Πινδ. Ν. 1. 40· ἀπολ., Πλάτ. Νόμ. 691Β· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, Ξεν. Ἀνάβ. 6. 1. 8, Δημ. 128, 18, κτλ. ΙΙ. [[φροντίζω]] [[περί]] τινος, προνοῶ, [[ἡμέων]] οἰκοφθορημένων Ἡρόδ. 8. 144· αὐτῶν (ἐξυπακ. τῶν ἀποβαινόντων) Θουκ. 1. 83· ― ἀλλ’ ἡ [[ἔννοια]] τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, προϊδομένους (οὐχὶ προειδ- κατὰ τὰ Ἀντίγραφα) αὐτῶν Θουκ. 4. 64· προϊδέσθαι τοῦ μέλλοντος Δίων Κ. 45. 19· [[ὅπως]] μή… Δημ. 1262. 17. 2) [[λαμβάνω]] πρόνοιαν, προϊδέσθαι ὑπέρ τινος ὁ αὐτ. 664. 17· οὐδὲν τοῦ χωρίου προείδετο Δίων Κ. 56. 13.
|lstext='''προεῖδον''': ἀόρ. [[ἄνευ]] ἐνεστῶτος ἐν χρήσει, ἀνθ’ οὗ παραλαμβάνεται τὸ [[προοράω]]· μετοχ. προϊδών, ἀπαρέμφ. προϊδεῖν, πρβλ. [[πρόοιδα]]. Ρίπτω [[βλέμμα]] μακρὰν ἐμπρός, ὀξὺ [[μάλα]] προϊδὼν Ὀδ. Ε. 393· [[βλέπω]] πρότερον, «παίρνει τι τὸ’μάτι μου», μὴ πώς με προϊδών… ἀλέηται Δ. 396· ὅτε προΐδωσιν ἰόντα κίρκον Ἰλ. Ρ. 756, πρβλ. Σ. 527, Ἡρόδ. 3. 14· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, προϊδέσθαι Ὀδ. Ν. 155, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 386 (κ. ἀλλ. προσιδ-). 2) ἐπὶ χρόνου, [[προβλέπω]], προοιωνίζομαι, κακότητος ἀνάγκας Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 7. 140· ἐσσόμενον Πινδ. Ν. 1. 40· ἀπολ., Πλάτ. Νόμ. 691Β· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, Ξεν. Ἀνάβ. 6. 1. 8, Δημ. 128, 18, κτλ. ΙΙ. [[φροντίζω]] [[περί]] τινος, προνοῶ, [[ἡμέων]] οἰκοφθορημένων Ἡρόδ. 8. 144· αὐτῶν (ἐξυπακ. τῶν ἀποβαινόντων) Θουκ. 1. 83· ― ἀλλ’ ἡ [[ἔννοια]] τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, προϊδομένους (οὐχὶ προειδ- κατὰ τὰ Ἀντίγραφα) αὐτῶν Θουκ. 4. 64· προϊδέσθαι τοῦ μέλλοντος Δίων Κ. 45. 19· [[ὅπως]] μή… Δημ. 1262. 17. 2) [[λαμβάνω]] πρόνοιαν, προϊδέσθαι ὑπέρ τινος ὁ αὐτ. 664. 17· οὐδὲν τοῦ χωρίου προείδετο Δίων Κ. 56. 13.
}}
{{bailly
|btext=v. [[προοράω]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth