Anonymous

ἄνεῳ: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 1: Line 1:
{{bailly
|btext=v. [[ἄνεως]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄνεῳ''': ἢ ἄνεω, Ἐπίρρ. (α στερητ., αύω, [[κραυγάζω]]), [[ἄνευ]] κραυγῆς, [[ἄνεῳ]] ἤχου τινός, ἐν σιωπῇ· δὴν δ’ [[ἄνεῳ]] ἦσαν Ἰλ. Ι. 30, 695· τίπτ’ [[ἄνεῳ]] ἐγένεσθε Β. 323· οἱ δ’ ... ἄνεῴ τε γένοντο Γ. 84, Ὀδ. Η. 144. Κ. 71· ἅπαντες ἦσθ’ [[ἄνεῳ]] Β. 240. - Ἐν ἅπασι τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις συντάσσεται μὲ πληθ. [[ῥῆμα]] καὶ συνήθως γράφεται [[ἄνεῳ]] (ὡς εἰ ἦτο ὀνομαστ. πληθ. τοῦ ἄνεως = ἀναυος). Ἀλλ’ ἐν Ὀδ. Ψ. 93 (ἡ δ’ ἄνεω δὴν ἧστο) [[εἶναι]] ἑνικὸν καὶ δὲν δύναται νὰ ὑποτεθῇ ὡς κείμενον ἀντὶ τοῦ ἄναυος. Διὰ [[ταῦτα]] [[ἴσως]] [[εἶναι]] ὀρθότερον ἑπόμενοι τῷ Ἀριστάρχῳ νὰ γράφωμεν ἀπανταχοῦ ἄνεω, ὡς ἐπίρρ. - Πρβλ. Βουττμ. Λεξίλ. ἐν λ., Spitzn. Ἰλ. Β. 323.
|lstext='''ἄνεῳ''': ἢ ἄνεω, Ἐπίρρ. (α στερητ., αύω, [[κραυγάζω]]), [[ἄνευ]] κραυγῆς, [[ἄνεῳ]] ἤχου τινός, ἐν σιωπῇ· δὴν δ’ [[ἄνεῳ]] ἦσαν Ἰλ. Ι. 30, 695· τίπτ’ [[ἄνεῳ]] ἐγένεσθε Β. 323· οἱ δ’ ... ἄνεῴ τε γένοντο Γ. 84, Ὀδ. Η. 144. Κ. 71· ἅπαντες ἦσθ’ [[ἄνεῳ]] Β. 240. - Ἐν ἅπασι τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις συντάσσεται μὲ πληθ. [[ῥῆμα]] καὶ συνήθως γράφεται [[ἄνεῳ]] (ὡς εἰ ἦτο ὀνομαστ. πληθ. τοῦ ἄνεως = ἀναυος). Ἀλλ’ ἐν Ὀδ. Ψ. 93 (ἡ δ’ ἄνεω δὴν ἧστο) [[εἶναι]] ἑνικὸν καὶ δὲν δύναται νὰ ὑποτεθῇ ὡς κείμενον ἀντὶ τοῦ ἄναυος. Διὰ [[ταῦτα]] [[ἴσως]] [[εἶναι]] ὀρθότερον ἑπόμενοι τῷ Ἀριστάρχῳ νὰ γράφωμεν ἀπανταχοῦ ἄνεω, ὡς ἐπίρρ. - Πρβλ. Βουττμ. Λεξίλ. ἐν λ., Spitzn. Ἰλ. Β. 323.
}}
{{bailly
|btext=v. [[ἄνεως]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth