3,274,216
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=v. [[ἕκπους]]. | |dgtxt=v. [[ἕκπους]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ους, ουν ; <i>gén.</i> ἑξάποδος<br />long, large <i>ou</i> haut de six pieds.<br />'''Étymologie:''' [[ἕξ]], [[πούς]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑξάπους''': ὁ, ἡ, -πουν, τό, ἓξ πόδας ἔχων, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 6, 16. ΙΙ. = [[ἑξάπεδος]], Λουκ. Κρον. 17, Πλουτ. Λούκουλ. 37. 2) ἐν τῇ στιχουργίᾳ, [[στίχος]] ἔχων ἓξ πόδας, τοῦτο τὸ [[μέτρον]] ἡρωϊκόν ἐστιν, ἑξάπουν, τέλειον, κατὰ [[πόδα]] δάκτυλον βαινόμενον Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. Ὀνομ. τ. 5. σ. 21, 7, ἔκδ. Reïske., πρβλ. ἕξπους. | |lstext='''ἑξάπους''': ὁ, ἡ, -πουν, τό, ἓξ πόδας ἔχων, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 6, 16. ΙΙ. = [[ἑξάπεδος]], Λουκ. Κρον. 17, Πλουτ. Λούκουλ. 37. 2) ἐν τῇ στιχουργίᾳ, [[στίχος]] ἔχων ἓξ πόδας, τοῦτο τὸ [[μέτρον]] ἡρωϊκόν ἐστιν, ἑξάπουν, τέλειον, κατὰ [[πόδα]] δάκτυλον βαινόμενον Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. Ὀνομ. τ. 5. σ. 21, 7, ἔκδ. Reïske., πρβλ. ἕξπους. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |