Anonymous

προήκης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ης, ες:<br />qui s'allonge <i>ou</i> se termine en pointe.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ἀκή]].
|btext=ης, ες:<br />qui s'allonge <i>ou</i> se termine en pointe.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ἀκή]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προήκης''': -ες, (ἀκὴ) ὁ προτεταμένος καὶ προέχων τῆς [[νεώς]], ἐπὶ κώπης, [[ἐπεὶ]] οὐκέτ’ ἐρετμὰ προήκεα χερσὶν ἔπειγον Ὀδ. Μ. 205.
|elnltext=προήκης -ες [πρό, ἀκή] in een punt uitlopend.
}}
{{elru
|elrutext='''προήκης:''' [[заостренный спереди]], [[остроконечный]] (ἐρετμά Hom.).
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''προήκης:''' -ες, ([[ἀκή]]), αυτός που έχει προβεβλημένη ή προεξέχουσα [[αιχμή]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''προήκης:''' -ες, ([[ἀκή]]), αυτός που έχει προβεβλημένη ή προεξέχουσα [[αιχμή]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προήκης:''' [[заостренный спереди]], [[остроконечный]] (ἐρετμά Hom.).
|lstext='''προήκης''': -ες, (ἀκὴ) ὁ προτεταμένος καὶ προέχων τῆς [[νεώς]], ἐπὶ κώπης, [[ἐπεὶ]] οὐκέτ’ ἐρετμὰ προήκεα χερσὶν ἔπειγον Ὀδ. Μ. 205.
}}
{{elnl
|elnltext=προήκης -ες [πρό, ἀκή] in een punt uitlopend.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=προ-ήκης, ες [ἀκή]<br />[[pointed]] in [[front]], Od.
|mdlsjtxt=προ-ήκης, ες [ἀκή]<br />[[pointed]] in [[front]], Od.
}}
}}