Anonymous

προσφερής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ής, ές :<br />qui se rapporte à, qui a quelque rapport avec, semblable à, τινι;<br /><i>Cp.</i> προσφερέστερος.<br />'''Étymologie:''' [[προσφέρω]].
|btext=ής, ές :<br />qui se rapporte à, qui a quelque rapport avec, semblable à, τινι;<br /><i>Cp.</i> προσφερέστερος.<br />'''Étymologie:''' [[προσφέρω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προσφερής''': -ές, ([[προσφέρω]]) ὁ πλησίον φερόμενος, πλησιάζων. [[ὅθεν]] μεταφορ., [[ὅμοιος]], τινι Ἡρόδ. 2. 105., 4. 33, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1218, Χο. 176, Εὐρ. Ἑλ. 591, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 67, Θουκ. 1. 49, κλτ.· προσφερέστατοι αὐτῇ Πλάτ. Τίμ. 24D· τὸ [[σῶμα]] προσφερὲς τῇ ψυχῇ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 494Β, πρβλ. Φίληβ. 51D· προσφερέστερον [[δέμας]] Εὐρ. Ἐλ. 559· - σπανίως μετὰ γενικ., πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων αὐγαὶ ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 132. - Ἐπίρρ. -ρῶς. Πλούτ. 2. 898Ε, κτλ.· - πρβλ. [[ἐμφερής]], [[προσεμφερής]], [[προσφέρω]] Β. Ι. 5. ΙΙ. = [[πρόσφορος]], [[συντελεστικός]], [[χρήσιμος]], τινι Ἡρόδ. 5. 111 (διάφορ. γραφ. προφερέστερον).
|elnltext=προσ-φερής -ές [προσφέρω] gelijkend op, met dat.:; ὀνείρων προσφερεῖς μορφώμασιν gelijkend op droombeelden Aeschl. Ag. 1218; ἵνα μηδὲν εἴην ἔτι γυναικὶ προσφερής om te zorgen dat ik in niets meer op een vrouw leek Aristoph. Eccl. 67; met gen.. πατέρος... προσφερεῖς ὀμμάτων αὐγαί de glans in hun ogen, lijkend op (die van) hun vader Eur. HF 131. voordelig, nuttig; met dat.. τοῖσι σοῖσι πρήγμασι προσφερέστερον meer in jouw belang Hdt. 5.111.3.
}}
{{elru
|elrutext='''προσφερής:'''<br /><b class="num">1)</b> [[сходный]], [[схожий]], [[похожий]] (τινι Her., Aesch., Arph., Thuc., редко τινος Eur.): προσφερέστερον [[δέμας]] Eur. разительное внешнее сходство;<br /><b class="num">2)</b> [[подходящий]], [[выгодный]], [[полезный]] (τινι Her. - [[varia lectio|v.l.]] [[προφερής]]).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''προσφερής:''' -ές ([[προσφέρω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που βρίσκεται κοντά, αυτός που πλησιάζει· μεταφ., πανομιότυπος, όμοιος, [[παρόμοιος]], <i>τινι</i>, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· τὸ [[σῶμα]] προσφερὲς τῇ ψυχῇ, σε Πλάτ.· [[σπανίως]] με γεν., <i>πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων</i>, σε Ευρ.· πρβλ. [[ἐμφερής]].<br /><b class="num">II.</b> = [[πρόσφορος]], [[χρήσιμος]], [[ωφέλιμος]], <i>τινι</i>, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''προσφερής:''' -ές ([[προσφέρω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που βρίσκεται κοντά, αυτός που πλησιάζει· μεταφ., πανομιότυπος, όμοιος, [[παρόμοιος]], <i>τινι</i>, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· τὸ [[σῶμα]] προσφερὲς τῇ ψυχῇ, σε Πλάτ.· [[σπανίως]] με γεν., <i>πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων</i>, σε Ευρ.· πρβλ. [[ἐμφερής]].<br /><b class="num">II.</b> = [[πρόσφορος]], [[χρήσιμος]], [[ωφέλιμος]], <i>τινι</i>, σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προσφερής:'''<br /><b class="num">1)</b> [[сходный]], [[схожий]], [[похожий]] (τινι Her., Aesch., Arph., Thuc., редко τινος Eur.): προσφερέστερον [[δέμας]] Eur. разительное внешнее сходство;<br /><b class="num">2)</b> [[подходящий]], [[выгодный]], [[полезный]] (τινι Her. - [[varia lectio|v.l.]] [[προφερής]]).
|lstext='''προσφερής''': -ές, ([[προσφέρω]]) ὁ πλησίον φερόμενος, πλησιάζων. [[ὅθεν]] μεταφορ., [[ὅμοιος]], τινι Ἡρόδ. 2. 105., 4. 33, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1218, Χο. 176, Εὐρ. Ἑλ. 591, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 67, Θουκ. 1. 49, κλτ.· προσφερέστατοι αὐτῇ Πλάτ. Τίμ. 24D· τὸ [[σῶμα]] προσφερὲς τῇ ψυχῇ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 494Β, πρβλ. Φίληβ. 51D· προσφερέστερον [[δέμας]] Εὐρ. Ἐλ. 559· - σπανίως μετὰ γενικ., πατρὸς προσφερεῖς ὀμμάτων αὐγαὶ ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 132. - Ἐπίρρ. -ρῶς. Πλούτ. 2. 898Ε, κτλ.· - πρβλ. [[ἐμφερής]], [[προσεμφερής]], [[προσφέρω]] Β. Ι. 5. ΙΙ. = [[πρόσφορος]], [[συντελεστικός]], [[χρήσιμος]], τινι Ἡρόδ. 5. 111 (διάφορ. γραφ. προφερέστερον).
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-φερής -ές [προσφέρω] gelijkend op, met dat.:; ὀνείρων προσφερεῖς μορφώμασιν gelijkend op droombeelden Aeschl. Ag. 1218; ἵνα μηδὲν εἴην ἔτι γυναικὶ προσφερής om te zorgen dat ik in niets meer op een vrouw leek Aristoph. Eccl. 67; met gen.. πατέρος... προσφερεῖς ὀμμάτων αὐγαί de glans in hun ogen, lijkend op (die van) hun vader Eur. HF 131. voordelig, nuttig; met dat.. τοῖσι σοῖσι πρήγμασι προσφερέστερον meer in jouw belang Hdt. 5.111.3.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj