3,274,306
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1003.png Seite 1003]] adj. verb. von [[συνάπτω]], verbunden; χάλα συναπτοὺς ἡνίας Ar. Eccl. 508, sollte richtiger συνάπτους accentuirt sein, aber συναπτὰς πράξεις Arist. rhet. ad Alex. 32. – Adv., Eust. 664, 19. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1003.png Seite 1003]] adj. verb. von [[συνάπτω]], verbunden; χάλα συναπτοὺς ἡνίας Ar. Eccl. 508, sollte richtiger συνάπτους accentuirt sein, aber συναπτὰς πράξεις Arist. rhet. ad Alex. 32. – Adv., Eust. 664, 19. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συναπτός -ή -όν [συνάπτω] (aan elkaar) vastgemaakt, verbonden, strak aangetrokken. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συναπτός:''' [adj. verb. к [[συνάπτω]]<br /><b class="num">1)</b> [[соединенный]], [[связанный]] (ἡνίαι Arph.);<br /><b class="num">2)</b> [[связный]] (αἱ πράξεις Arst.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 18: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[συναπτός]], -όν, ΝΜΑ, θηλ. και [[συναπτή]], ΜΑ [[συνάπτω]]<br /><b>1.</b> ενωμένος, συνδεδεμένος<br /><b>2.</b> [[συνεχής]], [[αδιάκοπος]], [[αλλεπάλληλος]] (α. «η [[πολιορκία]] κράτησε [[τρία]] συναπτά έτη» β. «συναπτὰς ποιήσομεν τὰς πράξεις», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> η [[συναπτή]]<br />(στην Ορθόδοξη Εκκλησία) καθεμία από τις εκφωνούμενες [[συναπτώς]] από τον διάκονο ή τον ιερέα παρακελεύσεις, σύντομες ευχές που συνδέονται [[μεταξύ]] τους και καταλήγουν με τη [[φράση]] <i>τοῦ κυρίου δεηθῶμεν</i> και με τις οποίες καλείται το [[εκκλησίασμα]] να δεηθεί<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[μεγάλη]] [[συναπτή]]» — [[συναπτή]] η οποία, στην κλασική της [[μορφή]], αποτελείται από 13 παρακελεύσεις<br />β) «μικρή [[συναπτή]]» — [[επιτομή]] της [[μεγάλης]] συναπτής που περιλαμβάνει την πρώτη και τις δύο τελευταίες παρακελεύσεις της<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <b>ζωολ.</b> άποδο ερμαφρόδιτο ολοθούριο της ομοταξίας [[ολοθουροειδή]], που ζει σε μεγάλα θαλάσσια [[βάθη]] χωμένο στην άμμο και [[χωρίς]] βαδιστικούς ποδίσκους<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[συναπτός]]<br /><b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] της συναπτής. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[συναπτώς]] / <i>συναπτῶς</i> ΝΜ, και <i>συναπτά</i> Ν<br />[[κατά]] τρόπο συναπτό, με [[συνέχεια]], [[συνεχώς]], αδιάκοπα («μὴ συναπτῶς ἐκφωνεῖσθαι τοὺς ψαλμούς, ἀλλὰ διὰ μέσου [[γίγνεσθαι]] καὶ ἀναγνώσεις», Βαλσ.). | |mltxt=-ή, -ό / [[συναπτός]], -όν, ΝΜΑ, θηλ. και [[συναπτή]], ΜΑ [[συνάπτω]]<br /><b>1.</b> ενωμένος, συνδεδεμένος<br /><b>2.</b> [[συνεχής]], [[αδιάκοπος]], [[αλλεπάλληλος]] (α. «η [[πολιορκία]] κράτησε [[τρία]] συναπτά έτη» β. «συναπτὰς ποιήσομεν τὰς πράξεις», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> η [[συναπτή]]<br />(στην Ορθόδοξη Εκκλησία) καθεμία από τις εκφωνούμενες [[συναπτώς]] από τον διάκονο ή τον ιερέα παρακελεύσεις, σύντομες ευχές που συνδέονται [[μεταξύ]] τους και καταλήγουν με τη [[φράση]] <i>τοῦ κυρίου δεηθῶμεν</i> και με τις οποίες καλείται το [[εκκλησίασμα]] να δεηθεί<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[μεγάλη]] [[συναπτή]]» — [[συναπτή]] η οποία, στην κλασική της [[μορφή]], αποτελείται από 13 παρακελεύσεις<br />β) «μικρή [[συναπτή]]» — [[επιτομή]] της [[μεγάλης]] συναπτής που περιλαμβάνει την πρώτη και τις δύο τελευταίες παρακελεύσεις της<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <b>ζωολ.</b> άποδο ερμαφρόδιτο ολοθούριο της ομοταξίας [[ολοθουροειδή]], που ζει σε μεγάλα θαλάσσια [[βάθη]] χωμένο στην άμμο και [[χωρίς]] βαδιστικούς ποδίσκους<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[συναπτός]]<br /><b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] της συναπτής. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[συναπτώς]] / <i>συναπτῶς</i> ΝΜ, και <i>συναπτά</i> Ν<br />[[κατά]] τρόπο συναπτό, με [[συνέχεια]], [[συνεχώς]], αδιάκοπα («μὴ συναπτῶς ἐκφωνεῖσθαι τοὺς ψαλμούς, ἀλλὰ διὰ μέσου [[γίγνεσθαι]] καὶ ἀναγνώσεις», Βαλσ.). | ||
}} | }} |