Anonymous

ἄφωνος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />sans voix, muet, silencieux : [[ἄφωνος]] ἀρᾶς SOPH incapable de prononcer une imprécation ; <i>adv.</i> • ἄφωνα ESCHL sans parler ; <i>t. de gramm.</i> τὰ ἄφωνα (γράμματα) les consonnes, <i>particul.</i> les occlusives.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[φωνή]].
|btext=ος, ον :<br />sans voix, muet, silencieux : [[ἄφωνος]] ἀρᾶς SOPH incapable de prononcer une imprécation ; <i>adv.</i> • ἄφωνα ESCHL sans parler ; <i>t. de gramm.</i> τὰ ἄφωνα (γράμματα) les consonnes, <i>particul.</i> les occlusives.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[φωνή]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄφωνος:''' [[немой]], [[беззвучный]], [[безгласный]], [[безмолвный]] Her., Dem., Arst., Plut.: ἄ. τινος Soph. неспособный произнести что-л.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 36: Line 39:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄφωνος:''' -ον ([[φωνή]])·<br /><b class="num">1.</b> [[άφωνος]], [[άναυδος]], [[άλαλος]], [[σιωπηλός]], σε Θέογν., Ηρόδ., Δημ.· με γεν., [[ἄφωνος]] ἀρᾶς, [[ανίκανος]] να προφέρει [[κατάρα]], σε Σοφ.· επίρρ. <i>-νως</i>, [[χωρίς]] [[κουβέντα]], άφωνα, στον ίδ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἄφωνα</i> (ενν. <i>γράμματα</i>), τα σύμφωνα, αντίθ. προς το <i>φωνοῦντα</i> ή <i>φωνήεντα</i> (φωνήεντα), σε Ευρ., Πλάτ.
|lsmtext='''ἄφωνος:''' -ον ([[φωνή]])·<br /><b class="num">1.</b> [[άφωνος]], [[άναυδος]], [[άλαλος]], [[σιωπηλός]], σε Θέογν., Ηρόδ., Δημ.· με γεν., [[ἄφωνος]] ἀρᾶς, [[ανίκανος]] να προφέρει [[κατάρα]], σε Σοφ.· επίρρ. <i>-νως</i>, [[χωρίς]] [[κουβέντα]], άφωνα, στον ίδ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἄφωνα</i> (ενν. <i>γράμματα</i>), τα σύμφωνα, αντίθ. προς το <i>φωνοῦντα</i> ή <i>φωνήεντα</i> (φωνήεντα), σε Ευρ., Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄφωνος:''' [[немой]], [[беззвучный]], [[безгласный]], [[безмолвный]] Her., Dem., Arst., Plut.: ἄ. τινος Soph. неспособный произнести что-л.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj