3,273,650
edits
m (Text replacement - "ἐς " to "ἐς ") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eschatos | |Transliteration C=eschatos | ||
|Beta Code=e)/sxatos | |Beta Code=e)/sxatos | ||
|Definition=[[ἐσχάτη]], [[ἔσχατον]], also [[ἔσχατος]], [[ἔσχατον]] Arat.625 (prob. fr. ἐκ, [[ἐξ]], perhaps eĝhzκατος (cf. [[ἐχθός]])<br><span class="bld">A</span> like [[ἔγκατα]]):<br><span class="bld">I</span> of Space, as always in Hom., [[farthest]], [[uttermost]], [[extreme]], [[θάλαμος]] ἔσχατος = the [[hindmost]] [[chamber]], Od.21.9; ἔσχατοι ἄλλων = [[at the end of the lines]], Il.10.434, cf.8.225; | |Definition=[[ἐσχάτη]], [[ἔσχατον]], also [[ἔσχατος]], [[ἔσχατον]] Arat.625 (prob. fr. ἐκ, [[ἐξ]], perhaps eĝhzκατος (cf. [[ἐχθός]])<br><span class="bld">A</span> like [[ἔγκατα]]):<br><span class="bld">I</span> of Space, as always in Hom., [[farthest]], [[uttermost]], [[extreme]], [[θάλαμος]] ἔσχατος = the [[hindmost]] [[chamber]], Od.21.9; ἔσχατοι ἄλλων = [[at the end of the lines]], Il.10.434, cf.8.225; [[ἔσχατοι ἀνδρῶν]], of the [[Aethiopian]]s, Od.1.23; οἰκέομεν..ἔσχατοι 6.205; ἐσχάτη τῶν οἰκεομένων ἡ Ἰνδική Hdt.3.106, cf. Th.2.96, etc.; τὸ ἔσχατον τῆς ἀγορᾶς X.''HG''3.3.5; ὑπ'..ἐσχάτην στήλην S.''El.''720; [[τάξις ἐσχάτη]] the [[farthest part of the army]], Id.''Aj.''4: pl., ἔσχατα γαίης Hes.''Th.''731; τὰ ἔσχατα τῶν στρατοπέδων Th.4.96; ἐπ' ἔσχατα χθονός S.''Fr.''956; αἱ ἐπ' ἔσχατα τοῦ ἄστεως οἰκίαι Th.8.95; [[ἐξ ἐσχάτων ἀπικέσθαι]], [[ἐς ἔσχατα ἀπικέσθαι]] = [[go from end to end]], Hdt.7.100, cf. X.''Vect.''1.6; παρ' ἔσχατα λίμνης Pl.''Phd.''113b, cf. Th.3.106:—in various senses, [[uppermost]], ἐ. πυρά S.''El.''900; [[lowest]], [[deepest]], ἀΐδας Theoc.16.52; ἅλς ''AP''13.27 (Phal.); [[innermost]], σάρκες S.''Tr.'' 1053; [[last]], [[hindmost]], ἤλαυνε δ' ἔ. Id.''El.''734; [[ἐπ' ἐσχάτῳ]] = [[at the close of a document]], ''PTeb.''68.54 (ii B.C.), etc.<br><span class="bld">2</span> of Degree, [[uttermost]], [[highest]], τὸ ἔσχατον κορυφοῦται βασιλεῦσι Pi.''O.''1.113; ἀνορέαι ἔ. Id.''I.''4(3).11; σοφία Lib.''Or.''59.88; of misfortunes, sufferings, etc., [[utmost]], [[last]], [[worst]], [[πόνος]], [[ἀδικία]], [[κίνδυνοι]], Pl.''Phdr.''247b, ''R.''361a, ''Grg.''511d; ὀδύναι αἱ ἔ. Id.''Prt.''354b; [[δῆμος ἔσχατος]] [[extreme]] [[democracy]], Arist.''Pol.''1296a2.<br><span class="bld">b</span> Subst., [[τὸ ἔσχατον]], [[τὰ ἔσχατα]], [[the utmost]], ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ ἀπιγμένοι Hdt.8.52; τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχατον κακοῦ Id.1.22; without Art., ἐπ' ἔσχατα βαίνεις S. ''OC''217 (lyr.); προβᾶσ' ἐπ' ἔσχατον θράσους Id.''Ant.''853 (lyr.); ἐπ' ἔ. [[ἐλθεῖν]] [[ἀηδία]]ς Pl.''Phdr.''240d, cf. ''R.''361d, etc.; ὃ πάντων κακῶν ἔσχατόν ἐστι, τοῦτο πάσχει Id.''Phd.''83c; οἱ τὰ ἔσχατα πεποιηκότες X.''Cyr.''8.8.2; [[ζημιοῦσθαι]] πᾶσι τοῖς ἐσχάτοις, Lat. [[extremis suppliciis]], Pl.''Plt.''297e; [[ἔσχατ' ἐσχάτων κακά]] = [[worst of possible]] [[evil]]s, S.''Ph.''65, cf. Philem.178; εἰς τὰ ἔσχατα ἐληλυθώς ''UPZ''60.12 (ii B.C.): Comp.οὔτε γὰρ τοῦ ἐσχάτου ἐσχατώτερον εἴη ἄν τι Arist.''Metaph.''1055a20: Sup. [[ἐσχατώτατος]] [[falsa lectio|f.l.]] in X.''HG''2.3.49, cf. Phryn.51; τὰ [[ἐσχατώτατα]] Phld.''Hom.''p.320.<br><span class="bld">3</span> of Persons, [[lowest]], [[meanest]], D.S.8.18, D.C.42.5, Alciphr.3.43: [[proverb|prov.]], [[οὐδείς]], [[οὐδ' ὁ Μυσῶν ἔσχατος]], i.e. the [[meanest]] of [[mankind]], Magnes 5, cf. Philem.77; in Pl.''Tht.''209b it seems to mean the [[remotest]] of [[mankind]], cf. πρὸς ἐσχάτην Μυσῶν [[varia lectio|v.l.]] in ''App.Prov.''2.85 (παρὰ τοῖς ἐσχάτοις τῆς Μυσίας Apostol.8.1); similarly οὐδὲ τὸν ἔσχατον Καρῶν Plu.2.871b.<br><span class="bld">4</span> of [[time]], [[last]], [[ἐς τὸ ἔσχατον]] = [[to the end]], Hdt.7.107, Th.3.46; ἔσχατος [[πλόος]], [[ναυτιλία]]ι, the [[end]] of it, Pi.''P.''10.28, ''N.''3.22; ἐσχάτας ὑπὲρ [[ῥίζα]]ς over [[the last]] [[scion]] of the [[race]], S.''Ant.''599 (lyr.); [[ἔσχατος Ἑλλήνων]], [[ἔσχατος Ῥωμαίων]], Plu.''Phil.''1, ''Brut.''44: neut. [[ἔσχατον]], as adverb, [[for the last time]], S.''OC''1550; [[finally]], [[best of all]], ''1 Ep.Cor.''15.8; [[at the latest]], ἔ. ἐν τρισὶ μησίν ''SIG''1219.11 (Gambreion, iii B. C.), cf. ''Inscr.Prien.''4.45 (iv B. C.); [[εἰς τὴν ἐσχάτην]] = [[at the last]], [[LXX]] ''Ec.''1.11; [[ἐπ' ἐσχάτῳ]] ib.''2 Ki.''24.25, al.: Subst. [[ἐσχάτη]], ἡ, [[end]], οὐχ ἕξεις ἐ. καλήν Astramps.''Orac.''21.4, cf. 40.3.<br><span class="bld">5</span> in the Logic of Arist., [[τὰ ἔσχατα]] are the [[last]] or [[lowest]] [[species]], Metaph.1059b26, or [[individual]]s, ib.998b16, cf. ''AP''0.96b12, al.; τὸ ἔσχατον ἄτομον ''Metaph.''1058b10.<br><span class="bld">b</span> [[ὁ ἔσχατος ὅρος]] the [[minor]] [[term]] of a [[syllogism]], ''EN''1147b14.<br><span class="bld">c</span> [[last step]] in geom. [[analysis]] or [[ultimate]] [[condition]] of [[action]], τὸ ἔσχατον ἀρχὴ τῆς πράξεως ''de An.''433a16.<br><span class="bld">II</span> Adv. [[ἐσχάτως]] = [[to the uttermost]], [[exceedingly]], [[πῦρ]] [[ἐσχάτως]] καίει Hp.''de Arte''8; [[ἐσχάτως]] [[διαμάχεσθαι]] Arist.''HA''613a11; [[ἐσχάτως]] [[φιλοπόλεμος]] X.''An.''2.6.1; φοβοῦμαί σ' [[ἐσχάτως]] Men.912, cf. Epicur.''Ep.'' 1p.31U.<br><span class="bld">b</span> [[ἐσχάτως]] [[διακεῖσθαι]] = to [[be at the last extremity]], Plb.1.24.2, D.S.18.48; ἔχειν ''Ev.Marc.''5.23; [[ἀπορεῖν]] Phld.''Oec.''p.72J.<br><span class="bld">2</span> so [[ἐς τὸ ἔσχατον]] = [[ἐσχάτως]], Hdt.7.229; [[εἰς τὰ ἔσχατα]] X.''HG''5.4.33; [[εἰς τὰ ἔσχατα]] [[μάλα]] Id.''Lac.''1.2; [[τὸ ἔσχατον]] = [[finally]], [[in the end]], Pl.''Grg.''473c; but, [[τὸ ἔσχατον]] = [[what is worst of all]], ib.508d. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔσχατος''': -η, -ον, [[ὡσαύτως]], ος, ον, Ἄρατ. 625: (πιθαν. ἐκ τῆς προθ. ἐκ, ἐξ, ὡς εἰ ἦν ἔξατος, [[ἐξώτατος]]): Ι. ἐπὶ τόπου, ὡς ἀείποτε παρ’ Ὁμ., ὁ [[μάλιστα]] ἀπέχων, [[ἐξώτατος]], [[τελευταῖος]], [[θάλαμος]] ἔσχ., ὁ [[τελευταῖος]] πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] θαλ., Ὀδ. Φ. 9· ἔσχατοι ἄλλων, ἐπὶ τῶν Θρακῶν, οἵτινες ἦσαν οἱ τελευταῖοι ἐν ταῖς τάξεσι τῶν Τρώων, Ἰλ. Κ. 434, πρβλ. Θ. 225, Λ. 8· ἔσχατοι ἀνδρῶν, ἐπὶ τῶν Αἰθιόπων, Ὀδ. Α. 23· οἰκέομεν... ἔσχατα, λέγουσιν οἱ Φαίακες, Ζ. 205· ἐσχάτη τῶν οἰκουμένων ἡ Ἰνδικὴ Ἡρόδ. 3. 106, πρβλ. Θουκ. 2. 96, καὶ συχν. παρ’ Ἀττ., τὸ ἔσχατον τῆς ἀγορᾶς Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 5, κτλ.· ἀλλὰ συχν. ἐν συμφωνίᾳ πρὸς τὸ [[ὄνομα]], ὑπ᾿... ἐσχάτην στήλην Σοφοκλ. Ἠλ. 720· τάξιν ἐσχ., τὸ ἀπώτατον [[μέρος]] τοῦ στρατοῦ, ὁ αὐτ. ἐν Αἴαντ. 4: ― ἐν τῷ πληθυντ., ἔσχατα γαίης Ἡσ. Θ. 731· τὰ ἔσχατα τοῦ ἄστεως, τοῦ στρατοπέδου Θουκ. 8. 95., 4. 96· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ ἄρθρου, ἐπ’ ἔσχατα χθονὸς Σοφ. Τρ. 655· ἐξ ἐσχάτων ἐς ἔσχατα ἐπικέσθαι, ἀπὸ ἄκρου εἰς [[ἄκρον]], Ἡρόδ. 7. 100, πρβλ. Ξεν. Πόρ. 1. 6· παρ’ ἔσχατα λίμνης Πλάτ. Φαίδων 113Β, πρβλ. Θουκ. 3. 106. ― [[Κατὰ]] τὰς διαφόρους ἀποστάσεις πράγματός τινος ἔχει καὶ διαφόρους σημασ., ὡς π.χ., ἐσχάτη [[πυρά]], τὸ ἀνώτατον [[μέρος]] αὐτῆς, ἡ κορυφὴ τῆς πυρᾶς, Σοφ. Ἠλ. 900· [[κατώτατος]], βαθύτατος, Λατ. imus, ἀΐδαν τ’ εἰς ἔσχατον ἐλθών, εἰς τὰ κατώτατα τοῦ ᾅδου, Θεόκρ. 16. 52· ἐσχάτην ἅλα Ἀνθ. Π. 13. 27: [[ἐσώτατος]], Λατ. intimus, σάρκες Σοφ. Τρ. 1053· ἐπὶ ἀνθρώπου, [[τελευταῖος]], ἔλαυνε δ’ ἔσχ. ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 734. 2) ἐπὶ βαθμοῦ, [[ἀνώτατος]], [[ὕψιστος]], Πινδ. Ο. 1. 182, Ι. 4. 19 (3. 29)· ἐπὶ παθημάτων, κλ., δεινότατος, [[χείριστος]], κάκιστος, [[πόνος]], [[ἀδικία]], [[κίνδυνος]] Πλάτ. Φαῖδρ. 247Β, Πολ. 361Α· ὀδύναι αἱ ἔσχ. ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 354Β· [[δῆμος]] ἔσχ., ἡ χειρίστη [[δημοκρατία]], Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 11, 11. β) ὡς οὐσιαστ., τὸ ἔσχατον, τὰ ἔσχατα, ὁ [[ὕψιστος]] βαθμός, ἐς τὸ ἔσχ. κακοῦ ἀπικέσθαι Ἡρόδ. 8. 52· τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχ. κακοῦ ὁ αὐτ. 1. 22· διακαρτερέειν ἐς τὸ ἔσχ. ὁ αὐτ. 7. 107· ἐπ’ ἔσχατα βαίνεις Σοφ. Ο. Κ. 217· προβᾶσ’ ἐπ’ ἔσχατον θράσους ὁ αὐτ. ἐν Ἀντιγ. 753· ἐπ’ ἔσχ. ἐλθεῖν ἀηδίας Πλάτ. Φαῖδρ. 240D, πρβλ. Πολ. 301D, κτλ.· ὃ πάντων... ἔσχατόν ἐστι, πάσχειν ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 83C· τὰ ἔσχατα πονεῖν Ξεν. Κύρ. 8. 8, 2· πᾶσι τοῖς | |lstext='''ἔσχατος''': -η, -ον, [[ὡσαύτως]], ος, ον, Ἄρατ. 625: (πιθαν. ἐκ τῆς προθ. ἐκ, ἐξ, ὡς εἰ ἦν ἔξατος, [[ἐξώτατος]]): Ι. ἐπὶ τόπου, ὡς ἀείποτε παρ’ Ὁμ., ὁ [[μάλιστα]] ἀπέχων, [[ἐξώτατος]], [[τελευταῖος]], [[θάλαμος]] ἔσχ., ὁ [[τελευταῖος]] πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] θαλ., Ὀδ. Φ. 9· ἔσχατοι ἄλλων, ἐπὶ τῶν Θρακῶν, οἵτινες ἦσαν οἱ τελευταῖοι ἐν ταῖς τάξεσι τῶν Τρώων, Ἰλ. Κ. 434, πρβλ. Θ. 225, Λ. 8· ἔσχατοι ἀνδρῶν, ἐπὶ τῶν Αἰθιόπων, Ὀδ. Α. 23· οἰκέομεν... ἔσχατα, λέγουσιν οἱ Φαίακες, Ζ. 205· ἐσχάτη τῶν οἰκουμένων ἡ Ἰνδικὴ Ἡρόδ. 3. 106, πρβλ. Θουκ. 2. 96, καὶ συχν. παρ’ Ἀττ., τὸ ἔσχατον τῆς ἀγορᾶς Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 5, κτλ.· ἀλλὰ συχν. ἐν συμφωνίᾳ πρὸς τὸ [[ὄνομα]], ὑπ᾿... ἐσχάτην στήλην Σοφοκλ. Ἠλ. 720· τάξιν ἐσχ., τὸ ἀπώτατον [[μέρος]] τοῦ στρατοῦ, ὁ αὐτ. ἐν Αἴαντ. 4: ― ἐν τῷ πληθυντ., ἔσχατα γαίης Ἡσ. Θ. 731· τὰ ἔσχατα τοῦ ἄστεως, τοῦ στρατοπέδου Θουκ. 8. 95., 4. 96· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ ἄρθρου, ἐπ’ ἔσχατα χθονὸς Σοφ. Τρ. 655· ἐξ ἐσχάτων ἐς ἔσχατα ἐπικέσθαι, ἀπὸ ἄκρου εἰς [[ἄκρον]], Ἡρόδ. 7. 100, πρβλ. Ξεν. Πόρ. 1. 6· παρ’ ἔσχατα λίμνης Πλάτ. Φαίδων 113Β, πρβλ. Θουκ. 3. 106. ― [[Κατὰ]] τὰς διαφόρους ἀποστάσεις πράγματός τινος ἔχει καὶ διαφόρους σημασ., ὡς π.χ., ἐσχάτη [[πυρά]], τὸ ἀνώτατον [[μέρος]] αὐτῆς, ἡ κορυφὴ τῆς πυρᾶς, Σοφ. Ἠλ. 900· [[κατώτατος]], βαθύτατος, Λατ. imus, ἀΐδαν τ’ εἰς ἔσχατον ἐλθών, εἰς τὰ κατώτατα τοῦ ᾅδου, Θεόκρ. 16. 52· ἐσχάτην ἅλα Ἀνθ. Π. 13. 27: [[ἐσώτατος]], Λατ. intimus, σάρκες Σοφ. Τρ. 1053· ἐπὶ ἀνθρώπου, [[τελευταῖος]], ἔλαυνε δ’ ἔσχ. ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 734. 2) ἐπὶ βαθμοῦ, [[ἀνώτατος]], [[ὕψιστος]], Πινδ. Ο. 1. 182, Ι. 4. 19 (3. 29)· ἐπὶ παθημάτων, κλ., δεινότατος, [[χείριστος]], κάκιστος, [[πόνος]], [[ἀδικία]], [[κίνδυνος]] Πλάτ. Φαῖδρ. 247Β, Πολ. 361Α· ὀδύναι αἱ ἔσχ. ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 354Β· [[δῆμος]] ἔσχ., ἡ χειρίστη [[δημοκρατία]], Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 11, 11. β) ὡς οὐσιαστ., τὸ ἔσχατον, τὰ ἔσχατα, ὁ [[ὕψιστος]] βαθμός, ἐς τὸ ἔσχ. κακοῦ ἀπικέσθαι Ἡρόδ. 8. 52· τετρῦσθαι ἐς τὸ ἔσχ. κακοῦ ὁ αὐτ. 1. 22· διακαρτερέειν ἐς τὸ ἔσχ. ὁ αὐτ. 7. 107· ἐπ’ ἔσχατα βαίνεις Σοφ. Ο. Κ. 217· προβᾶσ’ ἐπ’ ἔσχατον θράσους ὁ αὐτ. ἐν Ἀντιγ. 753· ἐπ’ ἔσχ. ἐλθεῖν ἀηδίας Πλάτ. Φαῖδρ. 240D, πρβλ. Πολ. 301D, κτλ.· ὃ πάντων... ἔσχατόν ἐστι, πάσχειν ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 83C· τὰ ἔσχατα πονεῖν Ξεν. Κύρ. 8. 8, 2· πᾶσι τοῖς ἐσχάτοις ζημιοῦσθαι, extremis suppliciis, Πλάτ. Πολιτικ. 297Ε· ἔσχατ’ ἐσχάτων κακά, τὰ χείριστα τῶν χειρίστων κακῶν, Σοφ. Φιλ. 65, πρβλ. Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 87 (Meineke σ. 423)· [[οὕτως]] ἐν τῷ Ὑπερθ., τὰ πάντων ἐσχατώτατα παθεῖν, τὰ χείριστα..., Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 49· ἂν καὶ τοῦτο δὲν [[εἶναι]] ὀρθόν, ὡς παρατηρεῖ ὁ Ἀριστ., οὐ γὰρ τοῦ ἐσχάτου ἐσχατώτερον εἴη ἄν τι Μετὰ τὰ Φυσ. 9. 4, 4, πρβλ. Φρύν. 135 Lob. 3) ἐπὶ προσώπων, ταπεινότατος, προστυχώτατος, μηδαμινώτατος, Διοδ. Ἐκλογ. Βατ. σ. 9, Δίων Κ. 42. 5, Ἀλκίφρων 3. 43: ― παροιμ., [[οὐδείς]], οὐδ’ ὁ Μυσῶν [[ἔσχατος]], ἐπὶ τῶν εὐτελεστάτων ἀνθρώπων, [[Μάγνης]] ἐν «Ποαστρίᾳ» 1, πρβλ. Φιλήμονα ἐν τῷ «Σικελικῷ» 3, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 481· τὸ ἐν Πλάτ. Θεαίτ. 209Β [[χωρίον]], Μυσῶν τῶν ἔσχατον, φαίνεται ὅτι σημαίνει τὸν [[μάλιστα]] ἀπομεμακρυσμένον κάτοικον τῆς γῆς. Ἴδε Παροιμιογρ. σ. 38 ἔκδ. Gaisf. 4) ἐπὶ χρόνου, [[τελευταῖος]], ἐς τὸ ἔσχ., [[μέχρι]] τέλους, Ἡρόδ. 7. 107· Θουκ. 3. 46· ἔσχ. [[πλοῦς]], [[ναυτιλία]], τὸ [[τέλος]] αὐτῆς, Πινδ. Π. 10. 45, Ν. 3. 39· ἐσχάτας [[ὑπὲρ]] ῥίζας, [[ὑπεράνω]] τῆς τελευταίας ῥίζης τοῦ γένους, Σοφ. Ἀντ. 599· ἔσχ. Ἑλλήνων, Ρωμαίων Πλούτ. Φιλοπ. 1, Βροῦτ. 44: ― οὐδ., ἔσχατον, ὡς Ἐπίρρ., διὰ τελευταίαν φοράν, Σοφ. Ο. 1550· τὸ ἔσχ. Πλάτ. Γοργ. 473C. 5) ἐν τῇ Λογικῇ τοῦ Ἀριστ. τὰ ἔσχατα [[εἶναι]] τὰ τελευταῖα τῶν κατωτάτων ὑποδιαιρέσεων, τὰ ἄτομα, Μετὰ τὰ Φυσ. 2. 3, 5, πρβλ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 2. 13, 5, π. Ζ. Μορ. 1. 3, 20, κ. ἀλλ.· οὕτω, τὸ ἔσχ. ἀρχὴ τῆς πράξεως π. Ψυχῆς 3. 10, 2, κτλ. β) ὁ ἔσχ. ὅρος, ἐν τῷ συλλογισμῷ, Ἠθ. Νικ. 7. 10, 13. ΙΙ. -τως, μέχρις ἐσχάτων, καθ’ ὑπερβολήν, Ἱππ. 5. 33· ἐσχ. διαμάχεσθαι Ἀριστοτ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 7, 6· ἐσχ. [[φιλοπόλεμος]] Ξεν. Ἀν. 2. 6, 1. 2) [[οὕτως]], ἐς τὸ ἔσχ. = ἐσχάτως, Ἡρόδ. 7. 229, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 33· εἰς τὰ ἔσχ. [[μάλα]] ὁ αὐτ. ἐν Λακ. 1. 2· οὕτω, τὸ ἔσχατον Πλάτ. Γοργ. 473 κ. ἀλλ. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |