Anonymous

τανύπεπλος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> (ως [[προσωνυμία]] [[γυναικών]] της υψηλής κοινωνίας και θεαινών) αυτός που φορεί μακρύ πέπλο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πλακοῦς [[τανύπεπλος]]» — κωμική [[έκφραση]] στον Αριστοφάνη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>τανυ</i>- του ρ. [[τάνυμαι]] «τεντώνομαι» <span style="color: red;">+</span> -<i>πεπλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πέπλος]]), <b>πρβλ.</b> <i>ἑλκεσί</i>-<i>πεπλος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> (ως [[προσωνυμία]] [[γυναικών]] της υψηλής κοινωνίας και θεαινών) αυτός που φορεί μακρύ πέπλο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πλακοῦς [[τανύπεπλος]]» — κωμική [[έκφραση]] στον Αριστοφάνη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>τανυ</i>- του ρ. [[τάνυμαι]] «τεντώνομαι» <span style="color: red;">+</span> -<i>πεπλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πέπλος]]), [[πρβλ]]. [[ἑλκεσίπεπλος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm